Είδες λοιπόν που κάπου συμφωνούμε διαφωνώντας, διότι, ούτε εσύ, ούτε εγώ θέλουμε το κακό της χώρας και του λαού, αλλά δίχως χώρα, δυστυχώς, δεν υπάρχει και λαός, δες Παλαιστίνη. Τα εργοστάσια τα κλείσαμε μόνοι μας, οι άλλοι απλά μας έδιναν την αφορμή, δυστυχώς, αφήσαμε να μας προσπεράσει ο χρόνος και η ιστορία, γίναμε χειρότεροι από τους γενίτσαρους, διότι, αγαπήσαμε τους γενίτσαρους ως ηγέτες, γίναμε αδελφοκτόνοι, διότι κάποιοι ονειρευόντουσαν πίσω από τον σκοτωμό των αδελφών αποσχίσεις και παλαιές έχθρες, δυστυχώς, μέσα στην πατρίδα μας αφήσαμε να ασελγήσουν επάνω στα όσια και τα ιερά των προγόνων μας, τότε μας στέρησαν τα εργοστάσια, τώρα μας στερούν ακόμα και το δικαίωμα να κλείσουμε και αυτά που έχουν απομείνει, αποψίλωσαν σιγά αλλά σταθερά κάθε ελπίδα και κάθε γνώση για το ποιοι είμαστε, για το τι θέλουμε, για το τι είμαστε ικανοί να κάνουμε, κάναμε το παιχνίδι τους, κάναμε ότι μας ζητούσαν αυτοί από το παρασκήνιο, μόνο που τώρα έχουν γίνει προσκήνιο χωρίς μάσκες, χωρίς πέπλα, χωρίς αόρατους μανδύες, έτσι, απλά κατέβασαν τις μάσκες και μας έδειξαν το αληθινό τους πρόσωπο, αυτό το πρόσωπο που έπρεπε να είχαμε δει από την αρχή, τώρα είναι το τέλος της διαδρομής, απλά το τρένο θα σταματήσει σε λίγο και θα αναγκαστούμε όλοι, μπλε, κίτρινοι, κόκκινοι, πράσινοι να κατέβουμε σε ένα σταθμό που τον ξέρουμε και από παλιά, σε έναν σταθμό γεμάτο άσχημες εικόνες, γεμάτο πόνο και θλίψη και ξέρεις γιατί, διότι ακόμα και τώρα τρέχουμε πίσω από το απόλυτο τίποτα, το οποίο με τα χειροκροτήματα μας γίνεται κάτι και το κάτι, που είναι απόλυτο τίποτε, δυστυχώς, το μόνο που δίνει είναι κενό, χάος, σκοτάδι.