Παρασκευή 1 Ιουλίου 2016

.Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη

Η πατρίς γεννήσεώς μου είναι από το Λιδορίκι, χωριό του Λιδορικιού ονομαζόμενον Αβορίτη, τρεις ώρες είναι από το Λιδορίκι μακρυά το άλλο το χωριό, πέντε καλύβια. Οι γοναίγοι μου πολύ φτωχοί και η φτώχεια αυτείνη ήρθε από την αρπαγή των ντόπιων Tούρκων και των Αρβανίτων του Αλήπασσα. Πολυφαμελίτες οι γοναίγοι μου και φτωχοί και όταν ήμουνε ακόμα εις την κοιλιά της μητρός μου, μίαν ημέρα πήγε δια ξύλα εις τον λόγκον. Φορτώνοντας τα ξύλα ’στο νώμο της, φορτωμένη εις τον δρόμον, εις την ερημιά, την έπιασαν οι πόνοι και γέννησε εμένα μόνη της η καϊμένη και αποσταμένη εκιντύνεψε και αυτείνη τότε και εγώ. Ξελεχώνεψε μόνη της και συγυρίστη, φορτώθη ολίγα ξύλα και έβαλε και χόρτα απάνου εις τα ξύλα και από πάνου εμένα και πήγε εις το χωριόν. Σε κάμποσον καιρόν έγιναν τρία φονικά εις το σπίτι μας και χάθη και ο πατέρας μου. Οι Tούρκοι του Αλήπασσα θέλαν να μας σκλαβώσουνε. Τότε δια νυχτός όλη η φαμελιά και όλο μας το σόι σηκώθηκαν και έφυγαν και ήθα παγαίνουν εις την Λιβαδειά να ζήσουνε εκεί. Θα πέρναγαν από ’να γιοφύρι του Λιδορικιού ονομαζόμενον Στενό, δεν πέρναγε από άλλο μέρος το ποτάμι. Εκεί φύλαγαν οι Tούρκοι να περάσουν να τους πιάσουνε, και δεκοχτώ ημέρες γκιζερούσαν εις τα δάση όλοι κ’ έτρωγαν αγριοβέλανα και εγώ βύζαινα κ’ έτρωγα αυτό το γάλα. Μην υποφέρνοντας πλέον την πείνα, αποφάσισαν να περάσουνε από το γιοφύρι, και ως βρέφος εγώ μικρό, να μην κλάψω και χαθούνε όλοι, αποφάσισαν και με πέταξαν εις το δάσος, εις τον Κόκκινον ονομαζόμενον, και προχώρεσαν δια το γιοφύρι. Τότε μετανογάει η μητέρα μου και τους λέγει, «Η αμαρτία του βρέφους θα μας χάση, τους είπε, περνάτε εσείς και σύρτε εις το τάδε μέρος και σταθήτε... το παίρνω κι’ αν έχω τύχη και δεν κλάψη, διαβαίνομεν»... η μητέρα του κι’ ο Θεός μας έσωσε. Αυτά όλα τα ’λεγε η μητέρα μου και οι άλλοι συγγενείς. Σηκωθήκαμεν όλη η φαμελιά και συγγενείς και πήγαμεν εις Λιβαδειά και
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α1 6
μας περασπίστηκαν οι φιλάνθρωποι άρχοντες εκεί κάμποσον καιρόν, όσο οπού πιαστήκαμεν και κάμαμεν εκεί σπίτια, υποστατικά. Εγώ έγινα ως εφτά χρονών. Με βάλαν να εργάζωμαι σε έναν εκατό παράδες τον χρόνον, τον άλλον χρόνον πέντε γρόσια. Αφού έκανα πολλές δουλειές, ήθελαν να κάνω κι’ άλλες δουλειές ταπεινές του σπιτιού και να περιποιώμαι τα παιδιά. Τότε αυτό ήταν ο θάνατός μου. Δεν ήθελα να κάμω αυτό το έργον και μ’ έδερναν και οι αφεντάδες και οι συγγενείς. Σηκώθηκα και πήρα και άλλα παιδιά και πήγαμεν εις Φήβα. Η κακή τύχη και εκεί οι συγγενείς ήρθαν και μας πιάσανε και με φέραν πίσω εις την Λιβαδειά και εις τον ίδιον αφέντη. Και την ίδια ’πηρεσία ξακολουθούσα κάμποσον καιρόν. Τότε δια– να γλυτώσω από αυτήν την ’πηρεσίαν, ότι η φιλοτιμία μου δεν μ’άφηνε ήσυχον ούτε μέρα ούτε νύχτα, άρχισα ξύλο, τρύπημα κεφάλια των παιδιών και της ίδιας μου μητέρας και έφευγα μέσα τις ράχες. Και μ’ αυτό βαρέθηκαν και με λευτέρωσαν, ότι αυτείνη η ’πηρεσία μ’ είχε καταντήση να χαθώ. Έγινα ως δεκατέσσερων χρονών και πήγα εις έναν πατριώτη μου εις Ντεσφίνα. Ήταν ο αδελφός του με τον Αλήπασια και ήταν ζαπίτης αυτός εις την Ντεσφίναν. Στάθηκα με εκείνον μιαν ημέρα. Ήταν γιορτή και παγγύρι τΆγιαννιού. Πήγαμεν εις το παγγύρι, μόδωσε το ντουφέκι του να το βαστώ. Εγώ θέλησα να το ρίξω, ετζακίστη. Τότε μ’ έπιασε σε όλον τον κόσμον ομπρός και με πέθανε εις το ξύλο. Δεν μ’ έβλαβε το ξύλο τόσο, περισσότερον η ντροπή του κόσμου. Τότε όλοι τρώγαν και πίναν και εγώ έκλαιγα. Αυτό το παράπονον δεν ηύρα άλλον κριτή να το ειπώ να με δικιώση, έκρινα εύλογον να προστρέξω εις τον Αϊγιάννη, ότι εις το σπίτι του μό’ ’γινε αυτείνη η ζημία και η ατιμία. Μπαίνω την νύχτα μέσα εις την εκκλησιά του και κλειω την πόρτα κι’ αρχινώ τα κλάματα με μεγάλες φωνές και μετάνοιες, τ’ είναι αυτό οπού ’γινε ’σ εμέναν, γομάρι είμαι να με δέρνουν; Και τον περικαλώ να μου δώση άρματα καλά κι’ ασημένια και δεκαπέντε πουγγιά χρήματα και εγώ θα του φκιάσω ένα μεγάλο καντήλι ασημένιον. Με τις πολλές φωνές κάμαμεν τις συμφωνίες με τον άγιον. Σε ολίγον καιρόν γράφει ο αδελφός του αφέντη μου από τα Γιάννενα ότι θέλει ένα παιδί να του κάνη χοσμέτι. Μ’ έστειλαν εμένα, τα 1811. Τον πάντρεψε αυτόν ο Αλήπασσας εις την Άρτα. Έκατζε κάμποσον καιρόν εις Άρτα, τον γύρεψε ο Αλήπασσας να πάγη, ότι τον αγαπούσε και τον είχε εις τα μυστικά του γράμματα. Ήταν τίμιος άνθρωπος, τον λένε Θανάση Λιδορίκη. Τότε γυρεύει να μ’ αφήση εις το σπίτι του εμένα, δεν ήθελα να κάτζω. Μου είπε: «Θα κάτζης και με το στανιόν». Αυτό δεν μπορούσα να το αποφύγω, οτΈίχε την δύναμη. Έκατζα με συμφωνίες ότι εγώ ως δούλος δεν κάθομαι. «Κάνω την ’πηρεσία του σπιτιού σου, όμως θα γνωριστώ και με τους κατοίκους να δανειστώ, να κάμω και εμπόριο, ότ’ είμαι γυμνός, να ντυθώ. Αυτός ήταν φιλάργυρος, δεν μό’δινε τίποτας). Πρώτη συμφωνία αυτείνη, του είπα, και δεύτερον τα ψώνια του σπιτιού σου να βαστάη η γυναίκα σου τα χρήματα και τον λογαριασμόν, ξέρει γράμματα, και να μου δίνη να της ψωνίζω, να ζυάζη όταν φέρνω το ψώνιο και ό,τι κάνει να πλερώνη. Το ίδιον και εις τ’ άλλα τα ψώνια, να μην με λέτε ότι σας έκλεψα, ότι τώρα με βλέπετε γυμνόν και αύριον ντυμένον και θα λέτε ότ’ είμαι κλέφτης. Έκατζα μ’ εκείνες τις συμφωνίες οπού του είπα και έκαμα ’σ αυτόν δέκα χρόνους. Μό’ ’δωσε και αυτός δια μιστόν τετρακόσια γρόσια όλα. Του ζήτησα ένα δάνειο και μου τό’ ’δωσε με τόκον τα δέκα δώδεκα τον χρόνον. Του ’φκιασα ομολογία και την έχω ως σήμερον. Αυτό το τζιρακλίκι μό’ ’καμε κι’ αυτός. Εκεί ’μπρός εις το σπίτι του ήταν μία πιάτζα και μαζώνονταν οι άρχοντες, οι έμποροι, και κάθονταν ως τα μεσάνυχτα το καλοκαίρι. Τότε εγώ έβανα και καθάριζαν το μέρος εκείνο, τους έδινα και ό,τι τους χρειάζονταν, τους καλόπιανα. Γνωρίστηκα μ’ όλους αυτούς και με τους προεστούς των χωριών. Ζήτησα από αυτούς τους προεστούς και εμπόρους ένα δάνειον και με δάνεισαν πεντέξι χιλιάδες γρόσια, είχα και εγώ ως τότε καπετάλι εικοσιτέσσερα γρόσια, τα προστοίχησα εις τους χωργιάτες και έπιασα βρώμη τον χειμώνα, να την λάβω εις τ’ αλώνια. Την πιάνω τέσσερα γρόσια το ξάι, την σύναξα εις τ’ αλώνια (και ήταν έλλειψη) και την πουλώ δεκαέξι. Πιάνω όλα αυτά τα χρήματα. Την άλλη χρονιά τον χειμώνα τα πιάνω αραποσίτι από έντεκα γρόσια το ξάι, το συνάζω εις τΆλώνια, το πουλώ εις την Άρτα τριάντα τρία. Ότ’ ήταν πανούκλα εις την Άρτα και ήταν έλλειψη το ψωμί. Τότε έφκιασα ντουφέκι ασημένιον, πιστιόλες και άρματα και ένα καντήλι καλό. Και αρματωμένος καλά και συγυρισμένος το πήρα και πήγα εις τον προστάτη μου και ευεργέτη μου κι’ αληθινόν φίλον, τον Αϊγιάννη, και σώζεται ως τον σήμερον – έχω και τ’ όνομά μου γραμμένο εις το καντήλι. Και τον προσκύνησα με δάκρυα από μέσα από τα σπλάχνα μου, ότι θυμήθηκα όλες μου τις ταλαιπωρίες οπού
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α1 7
δοκίμασα... Ύστερα άρχισα το εμπόριον και μ’ είχαν οι κάτοικοι Ρωμαίγοι και Tούρκοι ως ταμίαν και καζάντησα του Θεού τα ελέγη και έφκιασα εκεί σπίτι, υποστατικά, και είχα και μετρητά και ομολογίες πλήθος και τις έχω ως σήμερον περίτου από σαράντα χιλιάδες γρόσια. Και το κιμέρι μου γιομάτο. Απόχτησα ό,τι ήθελα και δεν είχα την ανάγκη αλλουνού. Έκατζα εις Άρτα ως δέκα χρόνια, έκαμα πολλούς φίλους. Εκεί είχα φίλον και έναν σακελλάριον ύστερα έγινε οικονόμος. Τον είχα στενόν φίλον, ότι η συντροφιά μου ήταν με τους καλύτερούς μου. Αυτός ο οικονόμος μ’ είχε καλύτερα από τα παιδιά του, και νύχτα και ημέρα από το σπίτι του δεν έλειπα. Ότ’ ήταν ένας τοίχος με το σπίτι του πατριώτη μου και πλησίον και εκείνο οπού αγόρασα εγώ δικό μου από ’ναν δυστυχή άρχοντα. Πολύ προκομμένος οικονόμος, δεν ήταν άλλος εις την Άρτα τοιούτος και είχε και τέσσερα παιδιά σερνικά. Το ένα απ’ αυτά ήταν εις την Ευρώπη οπού σπούδαζε, και ήταν φίλος και αγαπημένος του Καποδίστρια. Το παιδί έσωσε τα έξοδά του και ζήτησε του Καποδίστρια να πάγη να σπουδάξη την γιατρική. Του λέγει ο Καποδίστριας, ότι κάτι καταγινόμαστε να λευτερώσωμεν την Ελλάδα, και αν τελειώση αυτό, δεν σου χρειάζεται η γιατρική, και αν μείνη, σου στέλνω από την Ρωσσίαν τα μέσα και πας και σπουδάζεις. Και αν γίνη αυτό, σου γράφω και ανταμωνόμαστε. Το παιδί ήρθε εις Άρτα, το είπε του πατέρα του αυτό και έφυγε πίσω δια Κορφούς. Πέρασε κάμποσος καιρός, του γράφει ο Καποδίστριας και πήγε κι’ ανταμώθηκαν, και τον κατήχησε δια την πατρίδα το μυστικόν. Και επειδή ο Αλήπασσας ήταν πολλά δυνατός και αγόρασε την Πάργα και άλλες ακαταστασίες έκανε, του επισώρεψαν εγκλήματα αναντίον του να μαχευτή με τον Σουλτάνον. Του ενέργησαν πολλά από αυτά και άξαινε η διχόνοια του Σουλτάνου και αυτεινού. Ήρθε το παιδί εις Άρτα κατηχημένο, ορκίζει τον πατέρα του και φεύγει οπίσω. Ο πατέρας του θέλει να βάλη κ’ εμένα εις το μυστήριον. Παίρνει να μ’ ορκίση και πάλι μετανογούσε και αυτό μου τό’ ’καμε πολλές φορές. Τότε και εγώ πείσμωσα αναντίον του και του λέγω: «Σου πέρασε υποψία οτ’ ειμαι άτιμος του σπιτιού σου και ντρέπεσαι να μου το πεις; Και όντως είμαι άτιμος αν ματαπατήσω εις την πόρτα σου!» Και σηκώθηκα και έφυγα. Φωνάζει ο παπάς, εγώ δεν ματαγύρισα οπίσω. Πέρασαν δυο τρεις ημέρες, ήρθε, ξαναήρθε, δεν ματαζύγωσα. Αφού ήρθε πολλές φορές, με δάκρυα εις τα μάτια μου τ’ αποκρίθηκα: «Δια μένα να σου περάσει κακή ιδέα, το παιδί σου;» Έκλαψε κι’ αυτός και με περικάλεσε να πάμε μαζί και ύστερα να μην ματαπάγω, σαν μου ξηηθή. Πήγα. Κατεβάζει τις εικόνες όλες και μ’ ορκίζει και αρχινάγει να με βάλη εις το μυστήριον. Αφού προχώρεσε, τότε τ’ ορκίστηκα ότι δεν θα το μαρτυρήσω κανενού, όμως να μου δώση καιρόν οχτώ ημέρες να συλλογιστώ αν είμαι άξιος δι’ αυτό το μυστήριον και αν μπορώ να ωφελήσω, να το λάβω, ή να κάτζω, είναι σα να μην το ξέρω ολότελα. Πήγα στοχάστηκα και τάβαλα όλα ομπρός και σκοτωμόν και κιντύνους και αγώνες – θα τα πάθω δια την λευτερίαν της πατρίδος μου και της θρησκείας μου. Πήγα και του είπα: «Είμαι άξιος». Του φίλησα το χέρι, ορκίστηκα. Τον περικάλεσα να μη μου μαρτυρήση τα σημεία της κατήχησης, ότ’ είμαι νέος και να μην αντέσω και λυπηθώ την ζωή μου και προδώσω το μυστήριον και κιντυνέψη η πατρίς. Συφωνήσαμεν και εις αυτό και μου είπε ότι όθεν δουλέψω, χρήματα... και κατάχρησες δεν μπορώ να κάμω, όμως να παίρνω από ’να αποδειχτικόν, αυτά τα πλούτη να κάνω. Και η ευκή του παπά του ευλογημένου και της πατρίδος μου και θρησκείας μου, ως την σήμερον δεν μ’ άφησε ο Θεός να ντροπιαστώ. Τράβησα δεινά, πληγές και κιντύνους, όμως είμαι καλά σαν θέλει ο Θεός. Του είπα: «Ολα θα πάνε καλά, όμως ο Αλήπασσας είναι πολύ δυνατός και θα μας κιντυνέψη αυτός, ότι είναι οι καπεταναίοι μ’ αυτόν». Μου είπε τα αίτια και σε ολίγον καιρόν θέλησε ο Θεός και τον κλείσανε παντού, εις τα 1820. Μπήκα ’στο μυστικόν και αναχώρησα από τον πατριώτη μου και πήγα εις το σπίτι μου και εργαζόμουνε δια την πατρίδα μου και θρησκείαν μου να την δουλέψω ’λικρινώς, καθώς την δούλεψα, να μην με ειπή κλέφτη και άρπαγον, αλλά να με ειπή τέκνο της και εγώ μητέρα μου. Ο Σουλτάνος διόρισε τον Χουρσίτ πασσά αρχιστράτηγον με πολλούς πασιάδες να πολιορκήσουνε τον Αλήπασια και γιόμωσαν τα Γιάννενα και η Άρτα Tούρκους και Αρβανίτες και άρπαγους και παραλυμένους, πήραν πολλές γυναίκες Ρωμαίγισσες στανικώς, πήραν και μίαν δούλα του πατριώτη μου και ήθελαν να του πάρουν και την γυναίκα του. Ήταν ωραία και θα την έπαιρνε ένας πασσάς οπού ήταν εις την Άρτα, τον έλεγαν Χασάνπασια, κακός άνθρωπος, αυτός και ένας,
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α1 8
τον έλεγαν Μπαμπάπασια, αφάνισαν την τιμή και πλούτη των ανθρώπων. Αυτός ο Μπαμπάπασιας έπιασε τον πατριώτη μου κ’ εμένα και μας φυλάκωσε και γύρευε να μας χαλάση, και με πολλές πλερωμές οπού ’καμε ο πατριώτης μου σωθήκαμε. Και αφού σωθήκαμε, του είπα να φύγωμε να πάμε εις την πατρίδα μας, εις το Λιδορίκι, να σωθούμε. Δεν μ’ άκουσε, άκουγε τις γυναίκες και έπαθε πολλά. Και από αυτό αναχώρησα από αυτόν. Ύστερα τον κιντύνεψε και ο Χασάνπασσας και έφυε κρυφίως και άφησε την φαμελιά του εις Άρτα, και θα του την έπαιρνε αυτός γυναίκα. Και ήταν γκαστρωμένη, ετοιμόγεννη, και την άφησε όσο να γεννήση, να την πάρη. Αφού ήταν πολλή Τουρκιά εις Άρτα και Πρέβεζα και Σούλι και άλλα μέρη της Ήπειρος οπού τα βαστούσε ο Αλήπασσας, καθώς και ’σ τα Γιάννενα, ήταν παντού δύναμες μεγάλες του Σουλτάνου και βάλαν και σφίξη και μάζωναν και τ’ άρματα των Ρωμαίγων και να βουλώσουνε και τον πάλτο της μπαρούτης, του μολυβιού, των στουρναριών της Άρτας. Και αυτόν τον πάλτο τον είχε ένας αγαθός άνθρωπος, φίλος μου στενός, κάναμε εμπόριον μαζί, Γιωργάκη Κοράκη τον έλεγαν, συγγενής των αγαθών και καλών πατριώτων Ζωσιμάδων. Αφού τον ήξερα τίμιον άνθρωπον, ρώτησα τον Οικονόμο και τον μακαρίτη Γώγο Μπακόλα και Σκαρμίτζο, ότι μπήκαν και αυτείνοι εις το μυστήριον (γενναίοι άντρες και αγαθοί πατριώτες) και αφού τους ρώτησα, δεν ήθελαν να τον βάλουν εις το μυστήριον τον Κοράκη, ότι φοβώνταν να μην τους προδώση το μυστήριον. Και πολεμοφόδια δεν είχαμε τελείως ’σ εκείνα τα μέρη, και ο τόπος όλος πιασμένος, και θα κάναμε επανάστασιν χωρίς πολεμοφόδια, και τα περισσότερα ντουφέκια με σκοινιά δεμένα. Τότε αποφασίζω μόνος μου, χωρίς να ρωτήσω τους άλλους, και ορκίζω τον παλταδόρο, τον αγαθόν πατριώτη, και αδειάσαμε όλον τον πάλτο και πήραμε το μπαρούτι, μολύβι και στουρνάρια. Και είχα δυο κρυψώνες εις το σπίτι μου και αυτός εις το σπίτι του και τα κουβαλήσαμε εκεί και κάτι ολίγον αφήσαμε μέσα εις τον πάλτο. Και η θεία χάρη, δόξα να έχει, στράβωνε τους Tούρκους και δεν βλέπαν οπού τα κουβαλάγαμε. Και έβαλε χρήματα ο αγείμνηστος Κοράκης – ότι ύστερα εχάθη– και εγώ και αγοράζαμε με τρόπον άρματα και τα κρύβαμε εκεί οπού ’χαμε το μπαρούτι και εις τα ταβάνια των σπιτιών μας, και αρματώναμε τους Εφτανησιώτες και άλλους και τους δίναμε και πολεμοφόδια και τους... εις τους καπεταναίους, όθεν έκανε χρεία, δίναμε και των ίδιων καπεταναίων. Αφού εβήκε ο Χουρσίτ πασσάς από την Πελοπόννησο, οπού ’ταν εκεί, και διατάχτη δια τον Αλήπασσα και πήρε και όλα τ’ ασκέρια μαζί του, και εις την Πελοπόννησο μείναν πολλά ολίγοι, άρχισαν να υποπτεύωνται από την Πελοπόννησο οι ντόπιοι Tούρκοι, ότι άρχισαν οι Πελοποννήσιοι και κομμανταρίζονταν δια την επανάσταση. Έβαιναν υποψία και δια την Ρούμελη. Εμείς λέγαμε, δεν είναι τίποτας, αλλά αγρίεψε ο ραγιάς εις την Ρούμελη από τόσον πλήθος τουρκιάς, οπού γιόμωσε όλος ο τόπος εξ αιτίας του Αλήπασσα και αφανίστη ο τόπος από τις αγγάρειες και γύμνωμα των κόσμων. Και με ταύτο τους αποκοιμούσαμε. Όμως αφανίστη και όντως ο τόπος όλος της Ρούμελης και κατεξοχή Γιάννενα και Άρτα και όλα εκείνα τα μέρη τα ρήμαξαν όλως διόλου. Οι ντόπιοι Tούρκοι της Πελοπόννησος έγραφαν την υποψίαν για τους Ρωμαίγους του Χουρσίτ πασσά και να πάρη μέτρα δι’ αυτό ο Χουρσίτ πασσάς. Τότε εμείς στενά πολιορκημένοι από τους Tούρκους παντού, και δεν μαθαίναμε και τίποτας, ευρέθη εύλογον από τον Οικονόμο της Άρτας και Γώγο και Σκαρμίτζο να στείλουν εμένα ως πραματευτή να πάγω εις Πάτρα και από ’κεί να περάσω εις την ανατολική Ελλάδα ν’ ανταμώσω πρώτα τον Διάκο, να τον ρωτήσω δια τα τρέχοντα και να του ειπώ να βαρέσουνε σε όλα αυτά τα μέρη, και να πάγω να μιλήσω και με τον Πανουργιά και άλλους καπεταναίους να βαρέσουνε αυτείνοι και οι Πελοποννήσιοι, να τραβηχτή κάμποση Τουρκιά, να βαρέσουμε και εμείς εκεί τότε. Τον Μάρτιον μήνα, τα 1821, πήρα κάμποσα χρήματα και πέρασα εις την Πάτρα. Οι Tούρκοι υποψιασμένοι, να ’βλεπαν Ρουμελιώτη, κιντύνευε, άρχισαν να με ξετάζουν οι Ρωμαίγοι ανόγητα μέσα εις το κονσουλάτο το Ρούσσικο οπού ’ταν κόνσολας ο Βλασσόπουλος. Ήμουν κονεμένος ’στου Ταταράκη το χάνι ονομαζόμενον. Ήταν εκεί και Γιαννιώτες, οπού κάθονταν, και Αρτηνοί. Πήγα εις το κονσουλάτο, τους είπα τα τρέχοντα της Ρούμελης και το κακό οπού ’παθε ο Αλήπασσας, είχαν βγη από το κάστρο αναντίον των βασιλικών ει την πολιτείαν των Γιαννίνων και του σκότωσαν πλήθος του Αλήπασσα, του χάθη όλο τ’ άνθος οπού ’χε. Αυτείνοι δεν πίστευαν τίποτας απ’ όσα τους έλεγα, αλλά τον ήθελαν νικητή να τους λευτερώση, αυτός ο τύραγνος να φέρη το Ρωμαίγικον και την λευτεριά της πατρίδος – και αν έβγαινε αυτός, δεν θ’ άφινε μήτε ρουθούνι από ’μάς. Σαν τους είπα πολλά και δεν πίστευαν, αναχώρησα και πήγα ’σ έναν μεγάλον έμπορον πως ψωνίζω
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α1 9
πράμα, να σηκώνω κάθε υποψία όσο να ξετάξω τα τρέχοντα εκεί, να μάθω. Αφού πήγα εις τΆργαστήρι του, μου είπε ο έμπορος: «Ψώνισε ό,τι θέλεις και ό,τι σε βαστάξη η ψυχή πλέρωσε». Αφού ψώνισα ό,τ’ ήθελα, με πήρε να πάγω εις το σπίτι του να φάγω και να κοιμηθώ εκεί. Πήγα, με ρώτησε. Άρχισε να μου κάνη τα σημεία της Εταιρίας, τότε άρχισα να τον ορκίζω και του είπα πως δεν τα ’μαθα από τον σακελλάριον. Τότε του είπα όσα εγώ ήξερα από την Ρούμελη και αυτός της Πελοπόννησος. Τον ρώτησα αν είναι άργητα ακόμα και αν έχουν ετοιμασίες. Μου είπε: «Οι Tούρκοι άρχισαν να υποπτεύωνται και δεν είναι δέκα ημέρες οπού ζήτησαν ένα δάνειον και τους έδωσα εκατόν πενήντα χιλιάδες γρόσια ως δανεικά να τους αποκοιμάμε. Όμως, μου λέγει, το πράμα δεν δέχεται άργητα» Του λέγω: «Σαν είναι αυτό, τι ετοιμασία έχετε;» Μου είπε: «Του Κολοκοτρώνη στείλαμε κάμποσα χρήματα εις την Ζάκυθο και ήρθε με καμμίαν τριανταριά ανθρώπους και είναι εις την Μάνη. Και άλλη ετοιμασίαν δεν έχομε». Του λέγω: «Αυτά τα χρήματα, όπου βλέπω θεμωνιά τάλλαρα (και γράφαν και πέντ’ έξι γραμματικοί), δεν τα στέλνεις πουθενά να χρησιμέψουν δια του λόγου σου και δια την πατρίδα;» Μου λέγει: «Τι στοχάζεσαι, αυτό το Ρωμαίγικο θα κάμη άργητα να γένη; Θα κοιμηθούμε με τους Tούρκους και θα ξυπνήσουμε με τους Ρωμαίγους» Είπα και εγώ: «Μεγάλοι άνθρωποι, ξέρετε μεγάλα πράγματα. Εγώ μικρός, ξέρω ολίγα, κάμετε ό,τι σας φωτίση ο Θεός». Κοιμήθηκα. Την αυγή πήγα να ψωνίσω ό,τι μόλειπε. Ο ζαπίτης έμαθε οπού πήγα και με γύρευε παντού. Αντίς εμένα, έπιασαν έναν του Βαρνακιώτη και τον πήγαν. Τον ξέτασε, είδε ότι δεν ήταν εκείνος. Είπε: «Οχι αυτόν, έναν άλλον. Εκείνος είναι τζασίτης φερμένος εδώ και να τον πιάσετε να τον κρεμάσω, να πάθη ό,τ’ ήρθε γυρεύοντας εδώ». Τα είπε ο άνθρωπος του Βαρνακιώτη αυτά εις το χάνι και ήρθαν οι Αρτηνοί και μου το είπανε και πήγα εις το κονσουλάτο το Ρούσσικον και είπα τα αίτια και να μείνω εκεί φυλαμένος. Δεν με βάσταγε ο κόνσολας. Μου λέγει, τέτοιες ώρες κιντυνεύει και αυτός. Με το στανιό έμεινα ως το βράδυ και σουρπώνοντας να βγω. Μ’έβαλαν σε μια κάμαρη μέσα και με κλείσανε χωρίς να ζυγώνη κανείς. Μου ’ρθε να κατουρήσω, ήταν μια τρυπούλα εις το πάτωμα και κατούραγα. Ήρθε ένας δούλος και μ’ έβρισε. Του είπα, είμ’ άνθρωπος και δεν μπόρεσα να υποφέρω. Με ρωτάγει ο δούλος πούθεν είμαι. Του είπα από την Ρούμελη. Μου λέγει, και αυτός είναι από το Βραχώρι. Τον περικάλεσα να μου ειπή αν ξέρη τον Κωνσταντίνο Γερακάρη (ότ’ ήταν εκεί ’στο κονσουλάτο, όταν με ξέταζε ο κόνσολας), να του ειπή να ’ρθη να τον ανταμώσω. Μου λέγει ο δούλος: «Εψές ήταν ο Δυσσέας εδώ και έφυγε. – Σύρε πες του Γερακάρη», του είπα. Πήγε του είπε και ήρθε. Του λέγω: «Να με πας βράδυ εκεί όπουναι ο Δυσσέας και θέλει μάθης χαμπέρια πλήθος, ότ’ ήρθα δια τον Δυσσέα» Μου είπε να του τα πω πρώτα. Του είπα: Έίμαι ορκισμένος και δεν τα λέγω αλλουνού». Εφυγε ο Γερακάρης. Πήρε να νυχτώση. Μ’ έβιαζαν να φύγω από το κονσουλάτο. ’Ισασα τις πιστιόλες μου, το γιαταγάνι μου, έκαμα την προσευκή μου, είπα και του παιδιού, μόφερε κάμποσο ρακί και ήπια ν’ αυγατήση το σπίρτο και να βγω με το γιαταγάνι έξω, ας ήμουν και κιοτής. Φύλαγαν απόξω την πόρτα οι διασαχτζήδες οι Tούρκοι του κονσόλου και άλλοι Tούρκοι, ότι τόμαθαν οπού ήμουν μέσα και ήθελαν να βγω να με πιάσουνε. Και εγώ έλεγα να μην πιαστώ ζωντανός και με παιδέψουνε και βρεθώ μπόσικος και προδώσω τίποτας – καλύτερα να σκοτωθώ. Εκεί οπού ετοιμάζομουν να βγω, έρχεται ένας Κεφαλλωνίτης, μου λέγει: «Εσείσαι οπού ήσουν ’δω μέσα;» Του λέγω «Εδώ είναι πολλοί, ποιον γυρεύεις; ποιος σ’ έστειλε;» Μου λέγει: « Ο Γερακάρης. – Εγώ είμαι» του είπα. Μου είπε: «Πάμε να κάνουμε δουλειά μας». Του λέγω: «Στην πόρτα φυλάνε Tούρκοι και τήρα από του περιβολιού τον τοίχο θα πέσω εγώ κάτου και εσύ να πας απόξω να φυλάς εκεί οπού θα πέσω, να φύγωμε, ότι δεν ξέρω τα σοκάκια». Πήγε απόξω. Ρίχτηκα από τον τοίχο, ήταν ψηλός, μισοτσακίστηκα από τ’ άρματά μου. Ο φόβος μ’ έτρεχε καλύτερα από γερόν. Πήγαμε κάτου κατά την θάλασσα. Του είπα να πάμε από το μέρος των σταφίδων, μ’ άκουσε, ότι ’στην Ντογάνα ήταν Tούρκοι και θα μας πιάναν. Του είπα να κρυφτώ εις τα χαντάκια να φωνάξη την βάρκα. Ότι ο Δυσσέος ήταν μέσα ’σ ένα μαρτίγο. Σαν του είπα να κρυφτώ, μου λέγει: «Τι βρωμόκωλοι είσται εσείς οι... Φοβάστε και από τον ίσκιον σας» Ντράπηκα πήγα μαζί του. Φωνάζει δια την φελούκα, μας βλέπουν οι Tούρκοι και μας στρώνουν να μας πιάσουνε. Θέλησε ο Θεός και ήταν μια φελούκα. Τους μίλησα και ριχτήκαμε μέσα και μας βάλαν απάνου ’στην γολέττα τους. Πλάκωσαν και οι Tούρκοι. Πήραν και αυτείνοι τα τριμπόνια τους και αντιστάθηκαν. Ύστερα με πήγανε κι’ ανταμώθηκα με τον Δυσσέα και του είπα όλα τα τρέχοντα, και του είπα οπού θα πάγω και εις τον Διάκο και αλλουνούς και μου είπε ότι αγροικήθη αυτός και θα χτυπήσουνε, και πήρε πολεμοφόδια
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α1 10
να πάγη εις το Ξερόμερον εις την Ζάβιτζα. Και μου είπε να πάμε αντάμα. Του είπα: «Θα ιδώ το τέλος εδώ και να πάρω και το ντουφέκι μου, όπου είναι ’στο χάνι. Και θα πάγω χαμπέρι έξω ό,τι μάθω και μου είπες». Και ανεχώρησε την νύχτα. Σε δυο ημέρες χτύπησε ντουφέκι ’στην Πάτρα. Οι Tούρκοι κάμαν κατά το κάστρο και οι Ρωμαίγοι την θάλασσα. Τότε πήρα καμμιά δεκαριά παιδιά από το καράβι με τ’ άρματά τους και βήκαμε έξω. Εις την Ντογάνα κουβαλιώνταν ο κόσμος και γιόμωσε η θάλασσα γυναικόπαιδα, ως το λαιμό μέσα. Τότε βλέπω και τον φίλο μου τον πραματευτή, έφερνε ’στο ’να του χέρι την φαμιλιά του και ’στ’ άλλο τα παιδιά του και τίποτας άλλο από τόσο βιον οπού ’χε – οπού θα ξύπναγε να βρη Ρωμαίικον. Μεγάλοι άνθρωποι, μεγάλα λάθη, οι μικροί θα κάμουν μικρά. Τους πήρα και τους πήγα μέσα εις το καράβι και τους παρηγορούσα. Στάθηκα εκεί και την άλλη ημέρα και πέρασα εις Μισολόγγι. Ψώνισα λαμπάδες άσπρες, οπού είχε έρθη ένα καράβι από Τριέστι, και ρούμες και λάδι και καπνόν να πάγω ως πραματευτής εις την Άρτα, να ιδούνε οι Tούρκοι και να μην υποψιαστούν. Φόρτωσα το καΐκι, βήκα απόξω από το Βασιλάδι ’σ ένα λιμάνι πλησίον εκεί, το λένε Βούκεντρο. Ξημερώνοντας των Βαγιών, την νύχτα (ότ’ ήταν καιρός ανάντιος) βλέπομε από αγνάντια ’στην Πάτρα φωτιά πολλή, και κανονισμός και ντουφεκίδι.Το γιόμ έρχεται εκεί εις το πόρτο ο Βλασσόπουλος και άλλα καΐκια με φαμιλιές. Ρώτησα, μου είπαν, μπήκε ο Ισούφ πασσάς μέσα εις την Πάτρα και την ρήμαξε και αφάνισε τους κατοίκους. Έφυγα από εκεί την Μεγάλη Παρασκευή. Πήγα εις Πρέβεζα, πούλησα τις λαμπάδες και ρούμες και καπνό με μια μεγάλη τιμή. Το μεγάλο Σαββάτο την νύχτα, ξημερώνοντας Λαμπρή, πήγα εις Άρτα, αντάμωσα τους δικούς μας, τους είπα τα τρέχοντα. Φέραν και τα κεφάλια των Πατρινών εκεί, να τα πάνε του Χουρσίτ πασσά. Τότε πιάνουν κ’ εμένα ως χαΐνην του Σουλτάνου, οπού ήμουν εις Μωριά, με πάνε εις το κάστρο της Άρτας. Μου περνούνε σίδερα εις τα ποδάρια και άλλους παιδεμούς, να μαρτυρήσω το μυστικόν. Εβδομήντα πέντε ’μέρες παιδεμούς. Μας πάνε είκοσιέξι ανθρώπους να μας κρεμάσουνε και ο Θεός γλύτωσε μόνον εμένα. Ήταν Βονιτζάνοι και απ’ άλλα μέρη και τους κρέμασαν όλους ’στο παζάρι. Δια να με ξετάξουνε ακόμα και να τους μαρτυρήσω το βιον μου με γύρισαν οπίσω από την καταδίκη εις τον πασιά και με ξέταζε δια το δικό μου βιον και του πατριώτη μου. Με πήγαν πίσω εις το κάστρο, άλλη βολά να με χαλάσουνε, και μ’ έβαλαν ’σ ένα μπουντρούμι. Και ήμαστε εκατόν ογδόντα άνθρωποι. Και ήταν σάπιο ψωμί μέσα και μαγαρίζανε απάνου ’στο ψωμί, ότι αλλού δεν είχαμε τόπον. Και η ακαθαρσία εκείνη και τα χνώτα έκαναν μίαν βρώμα, οπού δεν είναι ’στην γης άλλη χειρότερη. Και από την κλειδωνότρυπατης πόρτας βαίναμε τη μύτη μας και παίρναμε αγέρα. Και μόριχναν εμένα ξύλο και παιδεμούς πλήθος, και αφού πήγαν να με χαλάσουνε. Και από τα χτυπήματα επρίστηκε το σώμα μου και καντήλιασε και ήμουν εις θάνατο. Έταξα αρκετά χρήματα ενού Αρβανίτη να βγω να με ιδή γιατρός και να πάρω και γιατρικά και τα χρήματα. Μου δίνει έναν Tούρκον να πάμε εις το σπίτι μου. Καθώς πηγαίναμε ’στον δρόμον, πήγαινα κρατώντας και πολύ κουτζαίνοντας και βογγώντας. Ο Tούρκος, βόδι θεοτικόν, και παντήχαινε θα μου βγη η ψυχή μου – δεν ήξερε ότ’ είναι βαθιά. Πήγα εις το σπίτι, ξαπλώθηκα του πεθαμού. Ήρθε ο γιατρός, εγώ στοχάζομουν τον Tούρκο, πώς να του φύγω. Βγάνω και του δίνω τα χρήματα και του λέγω, του Tούρκου: «Σύρ’ τα (τάχα κρυφά). Μου είπε να του τα δώσης να μην είναι άλλος». Τόδωσα και εκεινού καμμιά εκατοστή γρόσια. Τα πήρε, του λέγω: «Σύρ’ τα (τάχα) εις το κάστρο και έλα όσο να μου φκειάση το γιατρικό ο γιατρός, να πάμε μαζί εις το κάστρο, ότι μόνος μου δεν βγαίνω έξω. Φοβώμαι από τους ντόπιους Tούρκους». Τα πήρε. Αυτός βγαίνοντας από την πόρτα, ετοιμάστηκα εγώ. Του δίνω ένα φευγάκι και πάγω εις το κονάκι ενού ξαδέρφου του Αλήπασσα, τον λέγαν Σμαήλμπεη Κόνιτζα, ο Θεός μακαρίση την ψυχή του. Αφού μ’ είδε, με λυπήθη πολύ. Του είπα τι δοκίμασα και αν με φυλάγη, να μη με δώση πίσω. «Ντουφέκι, είπε, έχω με τους Κονιάρους, εσένα δεν σε δίνω». Ευτύς μόδωσε άρματα και με πήρε με τ’ ασκέρι του και πήγαμε εις το Κομπότι. Ήταν το Tούρκικον ορδί εκεί, είναι τρεις ώρες από την Άρτα. Αφού καθίσαμε εκεί κάμποσες ημέρες, αυτός ο δυστυχής αρρώστησε βαριά και ως ευεργέτης δικός μου τον συγύριζα καλύτερα από τον γονιόν μου. Αν ήθελα, από ’κεί έφευγα, ένα κάρτο ήταν οι δικοί μας αλάργα. Όμως είπα του ευεργέτη μου να μην του γένω άπιστος και τον αφήσω άρρωστον. Σηκώθη άρρωστος και εγώ
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α1 11
μαζί του και πήγαμε πίσω εις την Άρτα – και αυτόν να δουλέψω όσο– να γερέψη και να γλυτώσω και την γυναίκα του αλλουνού ευεργέτη μου, του πατριώτη μου, οπού ’χα φάγη το ψωμί του τόσα χρόνια, και θα την έπαιρναν οι Tούρκοι να την τουρκέψουν. Και δι’ αυτούς τους δυο ευεργέτες μου πήγα πίσω εις τον κίντυνον, μέσα εις την Άρτα. Αφού πήγαμε μέσα εις την Άρτα, μια ημέρα ήρθαν οι πασσάδες εις το κονάκι του μπέγη και όλοι ο σερασκέρηδες οι Αρβανίτες να τον ιδούν. Του λέγω του μπέγη δια την γυναίκα του πατριώτη μου, οπού θα την πάρη ο Χασάνπασιας. Μιλεί των πασσάδων κι’ αλλουνών, οτζάκια της Αρβανιτιάς, τους λέγει: «Πασσάδες και Μπεηδες, θα χαθούμε. Θα χαθούμε! ο μπέγης τους λέει, ότι ετούτος ο πόλεμος δεν είναι μήτε με τον Μόσκοβον, μήτε με τον Εγγλέζο, μήτε με τον Φραντζέζο. Αδικήσαμεν τον ραγιά και από πλούτη και από τιμή και τον αφανίσαμε, και μαύρισαν τα μάτια του και μας σήκωσε ντουφέκι. Και ο Σουλτάνος το γομάρι δεν ξέρει τι του γίνεται, τον γελάνε εκείνοι οπού τον τρογυρίζουν. Και η αρχή είναι τούτη, οπού θα χαθή το βασίλειόν μας. Πλερώνομε βαριά να βρούμε προδότη και δεν στέκει τρόπος να μαρτυρήση κανένας το μυστικόν, να μάθωμε μόνος του ο ραγιάς μας πολεμεί ή και οι Δυνάμες. Δι’ αυτό πλερώνομε και παλουκώνουμε και σκοτώνομε και αλήθεια ποτέ δεν μάθαμε». Αφού τους είπε πολλά ο μπέγης από αυτά, τους λέγει ύστερα πως ο Σουλτάνος στέλνει πασιάδες τους πλέον παντίδους και γύμνωσαν τον κόσμο και του πήραν και τις γυναίκες. «Αυτείνοι θα φύγουν δια τον τόπο τους κ’ εμείς θα μείνουμεν εδώ». Τότε έπιασε και για την γυναίκα του πατριώτη μου, πως γυρεύει να την πάρη ο πασσάς. Και τότε όλοι με μίαν φωνή είπανε και πήγαν και την πήραν από ’κεί οπού την είχε και την πήγαν εις το Αγγλικόν κονσολάτο να είναι φυλαμένη. Αφού σιγούρεψα την γυναίκα και του αλλουνού ευεργέτη μου, μίαν ημέρα είχε κάψη πολλή ο δυστυχής μπέγης και πήγα δια τον γιατρό. Οι Tούρκοι φύλαγαν να με πιάσουνε εξ αιτίας οπού τους έφυγα από το κάστρο, και ο πασσάς έμαθε ότι εγώ ’νέργησα και δια την γυναίκα, φύλαγαν να με πιάσουνε να με κρεμάσουνε. Αφού πήγα δια τον γιατρό, μου ρίχτηκαν οι Tούρκοι. Ήμουν ελεύτερος εις τα ποδάρια και τους έφυγα. Με πήγαν κυνηγώντα ως του μπέγη το κονάκι. Εκεί βγήκανε δικοί μας άνθρώποι, πιαστήκαμε από άρματα και εσώθηκα. Αφού ξεγέρεψε ο μπέγης, του πήρα την ευκή του και του είπα: «θα φύγω». Δεν μ’άφινε. Του είπα: «Εγώ σαν ήθελα έφευγα και από το Κομπότι, όμως δεν τόκανα δια την τιμή μου». Αφού είδε όπου δεν θα καθώμουν, μόδωσε την ευκή του και μου είπε να ειπώ των καπεταναίων έξω ’στου Πέτα και αλλού νάχουν δικαιοσύνη εις τον κόσμον, να πάνε ομπρός. Ότι τοιούτως έκαναν αδικίγες οι Tούρκοι και θα χαθούν: «Νάχουν αυτείνοι δικαιοσύνη, να πάρη τέλος να ησυχάσουμε και εμείς οι Tούρκοι, ότι πλέον μας έγινε χαράμι από τον Θεόν το βασίλειόν μας, ότι φύγαμε από την δικαιοσύνη του» Του φίλησα το χέρι να φύγω, μόδωσε χρήματα, του είπα: «Μπέγη μου, έχω και δεν θέλω, ότι έχεις έξοδα μεγάλα εις τους ανθρώπους σου». Μόδωσε άρματα και με διάταξε να φέρνωμαι καλά και να πάγω με τον Γώγο, ότ’ είναι άξιος και τίμιος και φίλος του, και να τους ειπώ των καπεταναίων να μην μπούνε εις την Άρτα, ότ’ είναι πολλοί Tούρκοι και θα σκοτωθούν, όμως να τους κλείσουνε και φεύγουν μόνοι τους, ότι δεν έχουν ζαερέδες. Τον περικάλεσα και δια την γυναίκα του πατριώτη μου να την προσέχη και αναχώρησα τα 1821, μπαίνοντας ο Αύγουστος.
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α2 12 Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α2
←Α1 Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη Συγγραφέας: Ιωάννης Μακρυγιάννης Α2
Α3→
Είχα μιλήση κάτι Κορφιάτων, Κεφαλλωνίτων, Ζακυθινών, οπού δούλευαν εις Άρτα, και τους είχα δώση άρματα, τους είπα και τα ’βγαλαν εις τ’ αμπέλια και τα ’χωσαν με τα δικά μου και με πολεμοφόδια και μια νύχτα τα πήραμε και πήγαμε εις του Πέτα. Ηύρα τους καπεταναίους, τους είπα τα τι δοκίμασα και ό,τι μου είπε ο μπέγης. Και έμεινα με τον γενναίον και αγαθόν Γώγον Μπακόλα. Ήταν πολλά ολίγοι οι δικοί μας εκεί και εις Λαγκάδα και δεν μπορούσαν να κινηθούν δια πουθενά. Αφού μάθαν οι Αρτηνοί οπού έφυγα, φεύγαν και αυτείνοι κρυφά και έρχονταν και μ’ αντάμωναν και καθόμαστε μαζί και άξαινε ολίγον το μπουλούκι μας. Πρώτα κινηθήκαμε δεκοχτώ όλοι από Άρτα. Ο αρχιστράτηγος του Σουλτάνου ο Χουρσίτ πασσάς αφού έμαθε ότι χτύπησε και η ανατολική Ελλάς, ο Διάκος και οι άλλοι, άρχισε να το στοχάζεται, να στέλνη παντού ασκέρια και πολεμοφόδια εις τις θέσες τις αναγκαίες. Θέλει να ’φοδιάση και τον Έπαχτον ως σημαντικόν κάστρο και θέση αναγκαία. Διατάττει τον Σμαήλπασσα Πλιάσα ως άξιον πασιά, οπού τον είχε εις την Γλυκειά, και έστειλε άλλους ’σ εκείνη τη θέση, και ο Σμαήλπασσας να πάρη το σώμα του να πάγη εις τον Έπαχτον με δύναμη και πολεμοφόδια να ’φοδιάση το κάστρο και όλες τις άλλες θέσες ’σ εκείνα τα μέρη και να σταθή εκεί κεφαλή. Ήρθε εις Άρτα τα 1821, Μαγιού 26 με πλήθος ασκέρι. Αφού μάθαν ότ’ είναι υποψίες, διαλύθηκαν και έμεινε με πολλά ολίγους, ως οχτακόσιους. Και με αυτούς τις 28 Μαγιού κινήθη δια εκεί οπού ’ταν διαταμένος. Και εις το Μακρυνόρο, εις την Κούλια ήταν πολλά ολίγοι Έλληνες και τους χτύπησαν γενναίως και πατριωτικώς και σκότωσαν αρκετούς και πλήγωσαν και τους πήραν λάφυρα και με τα μαχαίρια τους φέραν κυνηγώντα ως όξω εις το Μακρυνόρο. Και οι Tούρκοι πήγαν εις Κομπότι και μείναν. Και μαθαίνοντας αυτόν τον χαλασμόν των Tούρκων εις την Κούλια, ψύχωσαν οι Έλληνες και πολιόρκησαν σε όλα τα μέρη συνφώνως τους ντόπιους Tούρκους και φρουρές, σε Βόνιτζα, Βραχώρι, Μισολόγγι και όλα τα μέρη της δυτικής Ελλάδος. Και παντού με μεγάλη γενναιότητα τους πολιορκήσανε. Της 30 Μαγιού ο Καραϊσκάκης και ο Γιαννάκη Κουτελίδας, αφού μάθαν τους Tούρκους εις το Κομπότι, πήραν σαράντα Έλληνες και πήγαν και πολέμησαν αρκετές ώρες και ως ολίγοι οι Έλληνες φύγαν χωρίς να βλαφθή ούτε το ’να το μέρος, ούτε τ’ άλλο. Της 8 Γιουνίου ξαναπήγαν πίσω εις το Κομπότι ο Καραϊσκάκης και ο Κουτελίδας με τους ολίγους Έλληνες και πολέμησαν ως έξι ώρες και σκοτώθηκαν κάμποσοι Tούρκοι και πληγωθήκανε. Επληγώθη και ο Καραϊσκάκης εις την φύση, περιπαίζοντας τους Tούρκους τους γύρισε τον κώλο και πληγώθη. Τότε έγραψε όλα αυτά ο πασσάς του Χουρσίτ πασσά και του λέγει όλους αυτούς τους πολέμους και να του στείλη δύναμιν, ότ’ είναι αδύνατος. Και το ’στειλε τον Χασάμπεγη Βεργιόνη, τον Μπεκίρη Τζογαδούρο, τον Σούλτζε Κόρτζα, και άλλους πολλούς μπιμπασάδες, ως εφτά χιλιάδες. Πήγαν εις Άρτα και εκεί συνάχτηκαν και πήγαν εις Κομπότι και κάμαν σκέδιον ν’ αφήσουνε όλη την αδυναμίαν οπίσω εις Κομπότι και αυτείνοι όλοι ως έξι χιλιάδες εις το γελέκι να κινηθούν δια την Λαγκάδα, οπού ’ναι ένα στένωμα όλο κοντόρεικον και αγριόβατα τυλιμένον. Και εκεί, την θέση εκείνη την βαστούσε ο Γώγος, ο ’Ισκος, ο Γιωργάκη Βαλτινός, ο Καραγιαννόπουλος, και ήταν και οχτώ Tούρκοι με τους Έλληνες, κεφαλή ο Σουλεϊμάν Βερνόζης, όλοι εκεί ογδοήντα ένας. Ριχτήκανε όλη αυτείνη η δύναμη των Tούρκων ’σ αυτούς τους ολίγους. Ο Γώγος τους είπε να μην ρίξη κανένας, αν δεν ρίξη πρώτος αυτός. Ριχτήκανε απάνου τους οι Tούρκοι με μεγάλη γενναιότητα, ότι εκείνη η ’μέρα εκεί ήταν η τύχη και των Tούρκων και Ελλήνων. Παίρναν οι Tούρκοι μίαν πέτρα και βαίναν εις το μέτωπον και ’σ τ’ άλλο χέρι το σπαθί και κάμαν πλήθος γερούσια αναντίον των Ελλήνων και όλο σκοτώνονταν χωρίς να βγάλουν αποτέλεσμα. Ότι τότε οι Έλληνες ορκίστηκαν να δουλέψουν δια θρησκεία και
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α2 13
πατρίδα και δεν τους κόλλαγε μολύβι, ούτε σπαθί.[1] Αφού πολέμησαν σαν λιοντάρια Tούρκοι και Έλληνες περίτου από οχτώ ώρες, σκοτώθηκαν Tούρκοι εκεί απάνου από χίλιοι και ήταν τα κουφάρια τους έναν χρόνον άλυτα, ξεράθηκαν. Καθώς επέσανε και πληγωμένοι αρκετοί, γιόμωσε η Άρτα. Και τους πήραν ομπρός οι Έλληνες με τα μαχαίρια και τους πήγαν κυνηγώντας ως το Κομπότι σκοτώνοντας και παίρνοντας λάφυρα. Δεν κατηγοριώνται ούτε οι Έλληνες εις την αντρεία, ούτε οι Tούρκοι σαν λιοντάρια πολέμησαν και τα δυο μέρη. Όμως η αδικία, όσο να κάμη η αντρεία, νικιέται, ότι βήκαν από του Θεού τον δρόμον οι Tούρκοι. Όλοι οι αρχηγοί, οπού ’ταν εκείνη την ημέρα εκεί, και οι στρατιώτες κάμαν τα χρέη τους. Λαμπρύνεται και δοξάζεται ο μακαρίτης Γώγος. Χάριτες του χρωστάγει η πατρίς, ως λιοντάρι πολεμούσε και ως φιλόσοφος οδηγούσε. Και ανάστησε την πατρίδα εκείνη την ημέρα. Αν διάβαιναν αυτείνη η Τουρκιά τότε, καθώς ετοίμαζε κι’ άλλες μεγάλες δύναμες ο Χουρσίτ πασσάς, θα λευτέρωναν όλους τους πολιορκουμένους παντού, οπού τους πολιορκούσαν οι Έλληνες εις Βόνιτζα, Βραχώρι και αλλού. Και απολπίστηκαν σαν μάθαν αυτόν τον σκοτωμόν αυτεινών. Και τους κυρίεψαν όλους τους Tούρκους παντού οι Έλληνες και λευτέρωσαν αυτά τα μέρη. Ο πόλεμος έγινε τα 1821, Γιουνίου 18. Έλληνας δεν σκοτώθη κανένας. Της 28 του ίδιου έγινε μικρή μάχη εις το Πέτα. Ολίγοι σκοτώθηκαν και λαβώθηκαν Tούρκοι. Της 29 ξαναπήγαν πίσω εις το Πέτα πολλοί Tούρκοι και οι πασσάδες. Και οι Έλληνες ολίγοι. Και πολέμησαν γενναίως και τα δυο μέρη από την αυγή μπονόρα ως το δειλινό. Και χάλασαν τους Έλληνες. Σκότωσαν και τον αρχηγόν τους, τον γενναίον και καλόν πατριώτη Σκαρμίτζο. Η πατρίς του από το Βάλτο, ήταν εις το μυστήριον και θυσίασε δια την πατρίδα αρκετά και την ίδιαν του ζωή. Την θέσιν του Πέτα την κυρίεψαν οι Tούρκοι. Και όταν γίνονταν αυτείνοι οι πολέμοι, εμείς εις το κάστρο τραβούσαμε μαρτύρια από τους Tούρκους δέρνοντας και βασανίζοντας. Εις τα τέλη του Γιουνίου ο Μήτρο Κουτελίδας και ο Μήτρο Γώγος και και ο Γιαννάκη Ράγγος πολιόρκησαν τον Κώστα Πουλή εις το Μοναστήρι των Καλαρρύτων, οπού ήταν με τους Tούρκους. Την ίδια εποχή κινήθη ο Γώγος και πήγε εις την Πλάκα, οπού την βαστούσαν πολιορκία. Τους πολέμησε γενναίως, κυρίεψε την θέση, σκότωσε αρκετούς και πλήθος λάφυρα κάμαν οι Έλληνες και τους πήγαν κυνηγώντα ως δυο ώρες. Αφού έμαθε αυτόν τον χαλασμόν των Tούρκων ο Χουρσίτ πασσάς εις την γειτονιά του, ότ’ είναι πλησίον από τα Γιάννενα, και τον κυριεμό της θέσης, στέλνει μίαν μεγάλη δύναμη περίτου από οχτώ χιλιάδες και κεφαλή τον Αλήπασσα Μωραΐτη και άλλους. Αυτείνη την ετοιμασίαν την παράγγειλαν του Γώγου από τα Γιάννενα φίλοι του, και τότε ο Γώγος παραγγέλνει αυτό του ’Ισκου, του Βαρνακιώτη, του Κουτελίδα, ότ’ ήταν με πολλά ολίγους ο Γώγος, και ήρθαν από βραδύς αυτείνοι όλοι μιντάτι. Και την αυγή μπονόρα πήγαν οι Tούρκοι και άρχισε ο πόλεμος ολλά πεισματώδης και βάσταξε από την αυγή ως τρεις ώρες να νυχτώση. Και κάνουν ένα σκοτωμόν των Tούρκων μεγάλον και βγάζουν τα σπαθιά οι Έλληνες και τους αφάνισαν πολλά περισσότερον από τα πρώτα. Αφού έμαθε και αυτό ο Χουρσίτ πασσάς, γύρευε να πάγη μόνος του και δεν τον άφησαν. Και έστειλε άλλους πολλούς Tούρκους και κεφαλές. Μαθαίνοντας αυτείνη την μεγάλη ετοιμασίαν ο Γώγος, έστειλε του Μαρκομπότζαρη και πήγε μιντάτι και πιάστη ο πόλεμος την άλλη ημέρα από δυο ώρες να φέξη ως το σουρούπωμα. Και τους ρίχτηκαν των Tούρκων και τους καταφάνισαν ’στον σκοτωμόν, και ζωντανούς και βιον και σημαίες των Tούρκων πιάσαν και τον Κώστα Πουλή ζωντανόν, οπού ’ταν με τους Tούρκους. Τις ίδιες ημέρες πήγαν οι Tούρκοι εις τα χωριά Σκορέτζαινα και εκεί ήταν ο Κιτζοπάσκος και ο Γιαννηκώστας, γενναίον παληκάρι και καταπληγωμένος από τους πολέμους. Ρίχτηκαν των Tούρκων και εκεί και τους καταδιάλυσαν και σκοτώθηκαν και εκεί Tούρκοι όχι πολλή ποσότη. Την ίδια εποχή πήγαν και εις τα χωριά Άγναντα πολλοί Tούρκοι να σκλαβώσουν και να χαλάσουν το σκέδιον των Ελλήνων. Πήγε ο Γώγος, ο Κατζικογιάννης, ο Δράκος, οι Τζαβελαίγοι και άλλοι αξιωματικοί και άρχισε ο πόλεμος από την αυγή ως το γιόμα πολλά πεισματώδης και γενναίος. Και οι Tούρκοι και οι Έλληνες πολέμησαν αντρείως. Και τους έκαμαν ένα χαλασμόν και εκεί των Tούρκων μεγάλον και τους διάλυσαν.
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α2 14
Την ίδια εποχή ο Γιαννάκη Ράγγος, ο Κουτελίδας, ο Μητρογώγος πήγαν εις τους Καλαρρύτες, ήταν ως τρακόσοι Tούρκοι. Τους πολέμησαν και τους έβγαλαν και πήραν την θέση οι Έλληνες και την βαστούσαν. Ολίγοι οι Έλληνες, πήγαν πολλή Τουρκιά. Δεν είχαν προσοχή οι Έλληνες εις τα στενά, είπαν ότι σώθηκαν οι Tούρκοι, και χάλασαν τους Έλληνες και αφανίστηκαν οι δυστυχείς Καλαρρυτιώτες, οπού ’ταν οι πλέον πλούσιοι ’σ εκείνα τα μέρη, κ’ έμειναν διακονιαραίγοι. Αφανίστηκαν αυτείνοι και ο τόπος τους ερήμαξε. Μ’ αυτείνη την ορμή οι Tούρκοι και κουράγιον, οπόλαβαν εις τους Καλαρρύτες, οι ίδιγοι Tούρκοι πήγαν εις την Πλάκα, ολίγοι οι Έλληνες εκεί και τους χάλασαν και κέρδεσαν και την θέσιν εκεί. Την ίδια εποχή όλοι αυτείνοι οι Tούρκοι της Πλάκας πήγαν εις τα χωριά Μελισσουργούς και Ματζούκι και χάλασαν και κεί τους Έλληνες με μεγάλη τους ζημίαν, των Ελλήνων. Και αυτό το θάρρος των Tούρκων ήταν από την ανοησίαν εκείνων οπού πήγαν εις τους Καλαρρύτες με ξερή φαντασίαν. Χάθηκαν τόσοι άνθρωποι από την αμέλειάν τους κ’ έλαβαν και κουράγιον οι Tούρκοι μεγάλον. Δεν ήταν από κακίαν των Ελλήνων, όμως πρώτη φορά έμπαιναν σε τέτοιον αγώνα, δεν ήξεραν οι άνθρωποι καλά την πολεμική. Και γίνηκαν και πολλά λάθη. Τον Σεπτέβριον μήνα το ίδιον έτος εις το Τζουμέρκο ’στον Σταυρόν ήρθαν Tούρκοι περίτου από πέντε χιλιάδες. Ο Γώγος, ο Μπαλωμένος, ποτέ δεν βγαίναμε τρακόσοι πενήντα. Ο πόλεμος άρχισε από την αυγή ως το βράδυ. Ήρθαν μιντάτια δικά μας ο Ράγκος, ο Κατζικογιάννης και έγινε ένας χαλασμός των Tούρκων μεγάλος και πλήθος λάφυρα πήραν οι Έλληνες. Και τα δυο μέρη πολεμήσαμε αντρείως. Όμως βγάλαμε τα δανεικά, οπού κέρδεσαν τόσους πολέμους οι Tούρκοι, και τους τζακίσαμε τη μύτη εκεί. Και ο χερότερος Έλληνας εκείνη την ημέρα έκαμε το χρέος του. Όμως προτιμιέται και δοξάζεται ο Γώγος ο αθάνατος. Δεν στοχάζεταν θάνατον αυτός ο αγαθός πατριώτης. Θε, συχώρεσε την ψυχή του, και συ, πατρίδα,να τον μακαρίζης όσο είσαι πατρίδα ελεύτερη. Σεπτεβρίου έντεκα οι Tούρκοι της Άρτας μάθαν ότ’ ήμαστε ολίγοι εις του Πέτα και μία μεγάλη δύναμη θα ’ρχονταν άξαφνα την αυγή μπονόρα να μας χαλάση. Ο Δεσπότης της Άρτας μας παράγγειλε αυτό, και μας βάνει οληνύχτα ο Γώγος και μεράζει του κάθε ενού το ταμπούρι του και το φκιάσαμε. Η θέση του Πέτα είναι πολλά εκτεταμένη και αδύνατη σε πολλές μεριές. Ξημέρωσαν νύχτα οι Tούρκοι, ήφεραν και κανόνια. Τότε οι Έλληνες φοβώνταν τα κανόνια πολύ, ότι ήταν ατζαμήδες από αυτά. Κεφαλές των Tούρκων ο Χασάν πασσάς και ο χασνατάρης του Χουρσίτ πασσά, ο Σμαήλπασσα Πλιάσας, ο Σμαήλπασσα Γιαννιώτης, ο Χασάμπεγη Βεργιόνης, ο Σεφτήπασσας, ο Γιακόβης, ο Μαξούταγας, ο Σούλτζε Κόρτζας, κι’ άλλοι πολλοί σερασκέρηδες περίτου από εννιά χιλιάδες. Αρχηγός της θέσης ο Γώγος, ο Σταμούλη Μαλεσιάδας μ’ ολίγους Βαλτινούς και ο Δημοτζέλιος με Ξερομερίτες. Το όλο ήμασταν ως τρακόσοι πενήντα. Έβαλε ο Γώγος τον Φώτο Σκαλτζογιάννη από την πλάτη με πενήντα και κάθονταν. Άρχισε ο πόλεμος από την αυγή ως το δειλινό, πεθάναμε από την δίψα. Ο πόλεμος πολλά πεισματώδης και συχνά γερούσια απάνου μας. Ένα μπεγόπουλο δεν έβαινε θάνατον, ολοένα γερούσια έκανε και του ρίχναμε και δεν μπορούσαμε να το βαρέσουμε κανείς από ’μάς. Ο Γώγος ήφερνε γύρα σε όλα τα ταμπούρια με φουσέκια εις την ποδιά του. Έρχεται εις το ταμπούρι μας, μας λέγει: «Μην καίτε τα φουσέκια αδίκως μ’ αυτόν το γουρνομύτη, στεκάτε να ρίξω εγώ μόνος μου, λέγει, ότι εσείς δεν ξέρετε, και να μου φέρετε το κεφάλι του να το ιδώ ύστερα». Του λέμε: «Εκείνος οπού τόχει δεν μας το δίνει να σου το φέρωμε, το θέλει ο ίδιος. – Τώρα το λέπετε», μας λέγει. Απάνου οπό ’κανε γερούσι, του δίνει ένα ντουφέκι εις το μέτωπον και έπεσε ξερός. Του λέγει: «Γκιντί, γουρνομύτι, με τα παιδιά παίζεις όλημέρα και μόκαψαν αδίκως τα φουσέκια!» Ύστερα του πήγαμε το κεφάλι και το είδε. Το δειλινό μίλησε εκεινών οπού ’ταν κρυμμένοι από τις πλάτες, και ρίχτηκαν εκείνοι, οι ξαπόστατοι, και εμείς και κάμαμε έναν μεγάλον σκοτωμόν των Tούρκων και τους πήγαμε ως το ποτάμι κυνηγώντα και πήραμε και τόσα λάφυρα, και πάνε κακωσέχοντα οι Tούρκοι εις την Άρτα. Σκοτώθηκα τρεις από ’μάς και έξι πληγωμένοι. Επληγώθηκα και εγώ ολίγον εις το δεξί ποδάρι. Ο Σταμούλη Μαλεσιάδας εφέρθη πολλά αντρείως, – όλοι πολέμησαν γενναίως, όμως αυτός περισσότερον, πολεμιστής γενναίος και οδηγίες φρόνιμες. Όσες βολές βγαίναν οι Tούρκοι εκεί, όλο αυτά πάθαιναν, ποτές δεν κέρδεσαν. Ότ’ είναι πολλά πλησίον η Άρτα και βγαίναν κάθε ολίγον πεζούρα και καβαλλαρία. Και όσους πολέμους κάναμε με τους Tούρκους εις
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α2 15
Κουμιτζάδες και ’σ άλλα μέρη, οπού πέρναγαν οι Tούρκοι με ζαϊρέδες, όλο χαλιώνταν. Ήτανε πολλά άξιος και γενναίος ο Γώγος και τυχερός εις τον πόλεμον και με πολύ κουμάντο. Τελειώνοντας ο πόλεμος συνάχτηκαν και οι πρόκριτοι των χωριών της Άρτας και οι νοικοκυραίγοι και μιλήσανε πώς θα βαστάξουν αυτόν τον μεγάλον οχτρό, οπού ’ταν πνιμένος όλος αυτός ο τόπος από τα Γιάννινα, Άρτα, Πρέβεζα, Σούλι, όλο αυτό το καυκί πλήθος τουρκιά και πασσάδες και όλο νέοι κουβαλιώνταν απ’ ούλα τα μέρη της τουρκιάς και Αρβανιτιάς εξ αιτίας του Αλήπασσα την πολιορκία. Και ύστερα γεννήθη και το δικό μας το Ελληνικόν κ’ εμείς το πηγαίναμε σκεπασμένο ότι δουλεύομε δια τον Αλήπασσα, τον αφέντη μας, να τον σώσωμε, ότι αδίκως τον κατατρέχει ο Σουλτάνος. Αυτά βγαίναμε, να ελκύζωμε τους Tούρκους Αρβανίτες, το κόμμα του Αλήπασσα, να τους έχωμε φίλους αυτούς, να μας βοηθήσουνε κι’ αυτείνοι, ότι ήμαστε ολίγοι και οι Tούρκοι πλήθος. Αφού συνάχτηκαν οι πρόκριτοι και οι νοικοκυραίγοι, μιλήσαμε να είναι αυτό το μυστήριον κρυφό, και των ανθρώπων του Αλήπασσα να τους λέμε συντρόφους δια τον σωμό του Αλήπασσα. Αφού μιλήσαμε δι’ αυτό, είπαμε και με τι μέσα θα βαστήσουμεν τον πόλεμον. Και δεν είχαμεν ούτε όπλα οι περισσότεροι, ούτε τ’ αναγκαία του πολέμου όλοι. Αποφάσισαν οι νοικοκυραίοι ότι η τυραγνία των Tούρκων – την δοκιμάσαμεν τόσα χρόνια, δεν υποφέρνονταν πλέον. Και δι’ αυτείνη την τυραγνία, οπού δεν ορίζαμεν ούτε βιον, ούτε τιμή, ούτε ζωή (ξέραμεν κι’ ότ’ ήμασταν ολίγοι και χωρίς τ’ αναγκαία του πολέμου) αποφασίσαμεν να σηκώσωμεν άρματα αναντίον αυτής της τυραγνίας. Είτε θάνατος, είτε λευτεριά. Τώρα οπού αρχίσαμεν, να τους πολεμήσωμεν και να θυσιάσωμεν και το βιον μας εις το στρατόπεδον και ’σ εκείνους οπού δεν έχουν τον τρόπον, να τους ζωοτροφίζωμεν και να κάνουν και εκείνοι τα χρέη τους δια την πατρίδα. Τότε σύστησαν τους ανθρώπους τους τίμιους και πρόβλεπαν δια τ’ αναγκαία και δεν καρτερούσαν οι άνθρωποι. Από ’κείνους πάλε όποιος είχε τον τρόπον τους έδινε και το δικό του και πολέμαγε και δια την λευτεριάν του πολιτικός και στρατιωτικός, ήταν το ίδιον. Και αυτό το σύστημα ήταν σε όλη την πατρίδα, και με αυτό το σύστημα πορέψαμε δυο χρόνια. Τηράτε το ιστορικόν εκείνου του καιρού πόσο προβοδέψαμεν, πόση αρμονίαν είχαμε, πόση ομόνοια και αδελφωσύνη.[2] Αφού ο Γώγος σύναξε τους νοικοκυραίγους και μίλησε και ακολούθησαν την εργασίαν του ο καθείς, έγραψε και εις το Σούλι, οπού ’ταν του Αλήπασσα ασκέρια, Αρβανίτες, σύνφωνα με τους Σουλιώτες και λέγαμεν όλοι ότι δουλεύομεν να βγάλωμεν τον δίκαιον Αλήπασσα (και αν έβγαινε αυτός ο σκύλος, ήμαστε χαμένοι, ότι όλη την Εταιρίαν μας την ήξερε, ότι την πρόδωσε ένας Εφτανήσιος, τόδειξε όλα τα έγγραφα και όρκον, κι’ αυτός τα ’στειλε του ίδιου Σουλτάνου και του έλεγε να τον συχωρέση, ότι θα κιντυνέψη το βασίλειόν του, και αυτός να διαλύση όλα αυτά, να δώση νιζάμι. Ο Σουλτάνος παντήχαινε ότ’ είναι πρόφασες αυτεινού δια να συχωρεθή, ότ’ ήταν φώτιση θεοτική να γένη αυτό και τους στράβωνε όλους, και δεν έβαλε πίστη. Αφού έγραψε ο Γώγος ’στο Σούλι, ήρθε ο Άγο Βάσιαρης, ο αρχιστράτηγος του Αλήπασσα, πολλά φρόνιμος και γενναίος, ήρθε με πολλούς αξιωματικούς, και Σουλιώτες ο Νότη Μπότζαρης, Νάση Φωτομάρας. Μάρκο Μπότζαρης και άλλοι αξιωματικοί. Του Μάρκου τον πατέρα τον είχε σκοτώση ο Γώγος εις την Άρτα – τον έβαλε ο Αλήπασσας– και είχαν όχτρια με τον Γώγον. Όταν ήρθε εις το Πέτα φιλήθηκαν με τον Γώγον αυτός και ο Νότης και είπαν, «Ό,τι είχε γίνει τότε και σκότωσες τον ανθρωπό μας σ’έβαλε ο τύραγνος. Αυτά τώρα αλησμονήθηκαν και εις το εξής είμαστε φίλοι και αδελφοί. Και να τηράξωμεν το έργον τούτο». Και φιλιώθηκαν. Μίλησαν ύστερα και με τους Tούρκους και κάμαμεν σάρτια, ομιλίες νΆγωνιστούμεν να βγάλωμεν τον Αλήπασσα. Αυτά μιλήσαμεν με τους Tούρκους. Και με τους Έλληνες μυστικώς τους είπαμεν δια την λευτεριά της πατρίδος, και να βαστιέται πολλή μυστικότη να μην το μάθουν οι Tούρκοι, το κόμμα τ’ Αλήπασσα,και τους πιάσωμεν οχτρούς. Και έχωμεν την ανάγκη τους ν’ αδυνατίζωμεν την δύναμη του Σουλτάνου. Εις την Πελοπόννησο ήταν πολλοί Αρβανίτες με τον Χουρσίτ πασσά, τους άφησε οπίσω εις την Πελοπόννησο. Ότ’ ήταν φίλοι του Αλήπασσα αυτείνοι όλοι, και κεφαλή αυτεινών ήταν ο Ελμάζ Μέτζος κι’ άλλοι αξιωματικοί, ως χίλιοι άνθρωποι. Δεν τους πήρε μαζί του ο Χουρσίτ πασσάς όταν βήκε από την Πελοπόννησο και διατάχτη από τον Σουλτάνο δια να πολεμήση τον Αλήπασσα. Αφού σήκωσε ντουφέκι η Πελοπόννησο και η Ρούμελη, ως φίλοι δικοί μας αυτείνοι, αγροικηθήκαμε με τους Πελοποννήσιους και τους έβγαλαν έξω από το Βραχώρι και Μακρυνόρο. Αφάνισαν οι Έλληνες τους περισσότερους δολερώς, και κατεξοχή οι Βαλτηνοί. Οι Tούρκοι οι
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α2 16
δυστυχισμένοι έλπιζαν ότι μέναν πίσω, ότι ήταν νηστικοί και απόστασαν, κι’ αυτείνοι τους σκότωναν και τους γύμνωναν. ’Στην άκρη ’στο Μακρυνόρο, κοντά εις το Κομπότι, είναι ένα ρέμα και εκεί μέσα επνίξανε πολλούς Tούρκους. Τους δέναν μίαν τριχιά εις τον λαιμόν και τους τελείωναν και τους ρίχναν μέσα. Έναν δεν τον πνίξαν καλά και τον γύμνωσαν και τον άφησαν και φύγαν, ότι τελείωσαν την εργασίαν τους τους ξέκαμαν όλους. Τότε ο μισοπνιμένος την νύχτα σηκώνεται γυμνός κ’ έρχεται εις το Κομπότι. Ήμασταν όλοι εκεί και ετοιμαζόμαστε, να ’ρθουν κι’ από το Μισολόγγι, Βραχώρι κι’ όλα αυτά τα μέρη, και Ξερόμερον και Βάλτο, να συναχτούνε οι οπλαρχηγοί από αυτά τα μέρη να πάμεν να πολεμήσωμεν την Άρτα, να την κυργέψωμε. Και τους προσμέναμεν εις το Κομπότι να συναχτούνε όλα τ’ ασκέρια. Ήταν εις το Κομπότι και ο Ελμάζ Μέτζος και οι άλλοι αξιωματικοί Tούρκοι με τους ολίγους Tούρκους οπού λαγάρισαν, και πρόσμεναν και τους αποσταμένους, οπού μείναν οπίσω και δεν ξέραν οπού τους τελείωσαν εις τον πνιμόν. Τα μεσάνυχτα πάγει ο πνιμένος κι’ ανταμώνει τον Ελμάζη και τους άλλους και τους λέγει όλη την υπόθεσιν, κ’ έρχονται εκεί οπού ’ταν οι καπεταναίγοι, ο Γώγος και οι άλλοι, οπού ’μαστε συνασμένοι να πάμεν να βαρέσωμεν ένα χωριόν οπού το ’λεγαν Νιοχώρι (ήταν πολλοί Tούρκοι εκεί και ’σ τ’ άλλα τα χωριά) και να σώσωμεν και τους κατοίκους, να τους περάσωμεν εδώθε από το ποτάμι.[3] Τότε παρουσιάζουν οι Tούρκοι τον μισοπνιμένον και μολογάγει αυτό το απάνθρωπον κάμωμα. Και την αυγή πήγαμε όλοι και είδαμεν το αμολόγητον κακόν. Τότε οι δυστυχείς αξιωματικοί Tούρκοι κι’ όσοι μείναν βάλαν τις φωνές και σ’ έπαιρνε η νίλα. Και είπαν: «Θε μου, τι μας οργίστης εμάς τους δυστυχείς; και οι οχτροί μας μας σκοτώνουν, και οι φίλοι μας, οπού μας δίνουν τον λόγο της πίστης να ’μαστε φίλοι, με την απιστιά μας σκοτώνουν κρυφίως». Εφαρμακωθήκαμεν όλοι, τι να τους αποκριθούμεν, ούτε ήξερε κανείς από τους καπεταναίους αυτό, ούτε από ’μάς. Τους παρηγορήσαμεν, όμως το καρφί τους έμεινε των Tούρκων.[4] Σηκωθήκαμεν καμμιά τρακοσιαριά απ’ ούλους τους καπεταναίους (έδωσαν αναλόγως ο Γώγος έδωσε εμένα με καμμιά τριανταριά) κι’ ο Καραϊσκάκης κεφαλή μας ολωνών, και πήγαμε δια το Νιοχώρι και τ’ άλλα τα χωριά να χτυπήσωμεν τους Tούρκους και να πάρωμεν τους κατοίκους ’στην εξουσία μας και ζαϊρέδες, ότι δεν είχαμεν. Η κακή μας τύχη, το ποτάμι είχε πολύ νερό, ήταν τα πρωτοβρόχια, έβαλαν εμένα μ’ ολίγους, οπού ’ξερα τον τόπον, να περάσω, να ιδούνε και οι άλλοι. Γυμνωθήκαμεν, βάλαμεν εις το νώμο μας τα σκουτιά μας κι’ άρματά μας και μπροστά εγώ και κοντά όσους είχα με κίντυνο της ζωής μας, και νύχτα, κακοπεράσαμεν. Αφού είδαν οπού περάσαμεν εμείς, άρχισε να ’μπη ο Καραϊσκάκης με τους άλλους. Πέρναγε ένας μ’ ένα άλογον καβάλλα, τον έλεγαν Γιωργάκη, γουρούνι απελέκητο ήταν, έπεσε ’σ ένα βόθηλα ’στην άκρη, ήταν γλίνα και βούλιαξε με τ’ άλογόν του. Έβαλε τις φωνές: «Χαθήκαμεν!» Ακουσε τ’ ασκέρι αυτόν τον λόγον, οπού ’ταν ’στην μέση ’στο ποτάμι, κιότεψαν όλοι και γύρισαν οπίσω και κόντεψαν να πνιγούν. Τότε εμείς μείναμεν μόνοι μας από πέρα. Μας έννοιωσαν οι Tούρκοι, πιάσαμεν τον πόλεμον. Πήραμεν καμπόσους κατοίκους γυμνούς και δυστυχείς, τρομάξαμεν να τους σώσωμεν και να σωθούμεν από τον πόλεμον των Tούρκων κι’ από το ποτάμι. Και έπαθαν οι δυστυχείς οι κάτοικοι από τους Tούρκους εξ αιτίας αυτό το κίνημα. Τους είπαν οι Tούρκοι ότι αυτείνοι φέραν εμάς. Τον Οκτώβριον μήνα διατάζει ο Χουρσίτ πασσάς πολύ ασκέρι από τα Γιάννενα με ζαϊρέδες και πολεμοφόδια να πιάσουνε εις τα Πέντε Πηγάδια. Είναι σαν κάστρο, ήταν χάνι και το ’φκειασαν οι Tούρκοι σαν κάστρο. Είναι τα μισά των Γιωαννίνων κι’ Άρτας και Σουλιού, θέση δυνατή και αναγκαία. Ήταν Tούρκοι μέσα και τους πολιορκούσαν οι Σουλιώτες κι’ άλλοι και οι Tούρκοι του Αλήπασσα, οπού ’ταν μαζί μας. ’Στον ίδιον καιρόν διατάζει ο Χουρσίτ πασσάς και τους Tούρκους της Άρτας ν’ αφήσουνε την φρουρά εις Άρτα και συνφώνως να χτυπήσουνε κι’ από τα δυο μέρη ’σ τα Πέντε Πηγάδια τους δικούς μας. Αυτό το πρόδωσαν των δικώνε μας κι’ από τα Γιάννενα κι’ από την Άρτα και μας παράγγειλαν κ’ εμάς, όταν κινηθούν από την Άρτα, να κινηθούμεν κ’ εμείς από της πλάτες τους, καθώς θα ’καναν και οι άλλοι οι δικοί μας. Κινήθηκαν οι Tούρκοι από τα Γιάννενα κι’ από την Άρτα συνφώνως, κατά την ομιλίαν τους, με ζαϊρέδες και πολεμοφόδια αρκετά, να πέσουν εις τους πολιορκητάς. Εκινήθηκαν και από τα δυο μέρη, κΈμείς από τις πλάτες τους, καθώς και οι άλλοι. Άμα πλησιάσαν ’σ τα Πέντε Πηγάδια, τους γίνη ένας σκοτωμός των Tούρκων και πήραμε ως διακόσους ζωντανούς και λάφυρα και έντεκα μπαϊράκια και όλους τους ζαϊρέδες και πολεμοφόδια. Και διαλυθήκανε οι
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη/Α2 17
Tούρκοι κακώς κακού.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. ^  Τώρα τους λέγει ο Βιάρος και ο Αγουστίνος: «Ποιος σας είπε να σκοτωθήτε και ν’ αφήσετε χήρες γυναίκες κι αρφανά παιδιά; Σύρτε διακονέψετε», τους λέγει. Και ο Αγουστίνος δεν είχε ούτε γομάρι, όταν ήρθε από τους Κορφούς, και τώρα έχει είκοσι άτια κι’ αλάφια και πλατόνια. Και παραλυσίες πλήθος. Από τον Μουχτάρπασσα και Βελήπασσα γλυτώσαμε και εις την ηθικήν αυτείνων αντέσαμε. 2. ^  Ύστερα ο κύριος Μαυροκορδάτος και οι συνάδελφοί του μας ήφεραν τα φώτα της φατρίας και της μεγάλης διχόνοιας. Και ο Βιάρος και Αγουστίνος μας λένε: «Ποιος σας είπε να πιάσετε ντουφέκι; Σύρτε και διακονέψετε». Από τον Χασάνη φύγαμεν ’ς τον Βιάρο καταντήσαμεν και τον Αγουστίνο και οπαδούς τους. Κι’ ο τόπος γιομάτος σπιγούνους. Όλοι αυτείνοι οι φερτικοί νοικοκυραίους μας κάμαν μας μαθαίνουν γράμματα, οπού δεν τα χαμεν ακούση. Και ο Θεός το καλό. 3. ^  Ξιστορίζω ακολούθως αυτό. 4. ^  Και όταν μπήκαμεν εις την Άρτα, σημειώνω τι πάθαμεν.
Παραπομπές [1] http:/ / el. wikisource. org/ wiki/ %CE%91%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BD%CE%B5%CF%8D%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1_%CE%9C%CE%B1%CE%BA%CF%81%CF%85%CE%B3%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7/ %CE%912#endnote_1 [2] http:/ / el. wikisource. org/ wiki/ %CE%91%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BD%CE%B5%CF%8D%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1_%CE%9C%CE%B1%CE%BA%CF%81%CF%85%CE%B3%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7/ %CE%912#endnote_2 [3] http:/ / el. wikisource. org/ wiki/ %CE%91%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BD%CE%B5%CF%8D%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1_%CE%9C%CE%B1%CE%BA%CF%81%CF%85%CE%B3%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%B7/ %CE%912#endnote_3 [4] http:/ / el. wikisource. org/ wiki/ %CE%91%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%BD%CE%B5%CF%8D%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1_%

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

.Έτοιμα τα καταφύγια όπου η ελίτ θα προφυλαχθεί (ΦΩΤΟ)

   

Διαθέτει μια σειρά από πισίνες, θέατρα, γυμναστήρια, εστιατόρια, θεματικά διαμερίσματα και τη δική του υπηρεσία μεταφοράς με ελικόπτερο. Το μεγαλύτερο «ατού» του είναι ότι μπορεί να αντέξει σε μια πυρηνική καταστροφή, σεισμούς, τσουνάμι και οποιαδήποτε άλλη καταστροφή ή επίθεση! Είναι το πολυτελέστατο υπόγειο καταφύγιο και θεωρείται ως το «απόλυτο καταφύγιο για την Ημέρα της Κρίσεως». Το πέντε αστέρων Vivos Europa One shelter βρίσκεται στο γερμανικό χωριό Ρόθεστειν και ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλός του είναι ο Ρόμπερτ Βιτσίνιο. Θα μπορούσε να αποτελεί το μέγαρο ενός δισεκατομμυριούχου ή ένα mega-yacht γιγαντιαίων διαστάσεων, με «σωτήριες» δυνατότητες. Το συνολικό κόστος άγγιξε το 1 δισεκατομμύριο δολάρια, κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να το αποκτήσουν ελάχιστοι άνθρωποι στον κόσμο. Κάθε οικογένεια του συγκροτήματος θα έχει στη διάθεσή της ένα διαμέρισμα 230 τετραγωνικών μέτρων, το οποίο μπορούν να διαμορφώσουν ανάλογα με τις δικές τους προτιμήσεις. Για παράδειγμα, μπορεί να θέλουν να προσθέσουν μια πισίνα, ένα θέατρο ή ένα deluxe μπάνιο. Οι ένοικοι θα έχουν επίσης πρόσβαση σε ένα χώρο νοσοκομείου, αρκετά εστιατόρια και ένα αρτοποιείο. Ακόμη, σε ένα κελάρι, δωμάτια προσευχής, τάξεις, τηλεοπτικό σταθμό και ένα κέντρο κράτησης. «Όμως η επένδυσή τους μπορεί να τους σώσει τη ζωή» λέει ο ιδιοκτήτης του Vivos, καθώς το 76 στρεμμάτων συγκρότημα μπορεί να «επιζήσει» ακόμη και μιας πυρηνικής καταστροφής.
Δείτε τις φωτογραφίες από το εσωτερικό του αλλά και την περιοχή…
vivos11

vivos14
vivos1
vivos2
vivos4
vivos6
vivos7
vivos8
vivos12
ΠΗΓΗ newsbeast.gr

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2016

.Τελικά, όλη η σάρα και η μάρα πήγε στο #Παραιτηθείτε (ΦΩΤΟΣ+ΒΙΝΤΕΟ)


Παραιτηθείτε...
Παραιτηθείτε...
Όπως είχαμε προβλέψει...
Τελικά, όλη η σάρα και η μάρα, όπως ακριβώς είχαμε προβλέψει, πήγε να διαδηλώσει στη συγκέντρωση της ΝΔ, την διοργάνωση της οποίας ανέλαβε το ψευτοκίνημα #Παραιτηθείτε.
Δείτε τις φωτογραφίες και τα ΒΙΝΤΕΟ από το newsit



Δείτε και από το zougla

Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

.Μεικτός μισθός 405 ευρώ για 536.182 μερικώς απασχολούμενους


Στους 536.182 έφτασε ο αριθμός των εργαζομένων – ασφαλιζόμενων στο ΙΚΑ με καθεστώς μερικής απασχόλησης και μισθό 405,13 ευρώ μεικτά τον Οκτώβριο του 2015. Με βάση τα τελευταία συγκριτικά στοιχεία του ΙΚΑ, σε διάστημα ενός χρόνου, οι μερικώς απασχολούμενοι αυξήθηκαν κατά 10,69% (τον Οκτώβριο του ‘14 ήταν 484.403) ενώ ο μισθός τους έπεσε κατά 2% (έναντι των 413,39 ευρώ που ήταν ο μέσος μισθός).Μικρότερη αύξηση (4,65%) καταγράφηκε στον αριθμό των εργαζομένων με πλήρη απασχόληση, στα 1.390.114 άτομα από 1.328.388, αλλά, ο μέσος μισθός τους μειώθηκε κατά 3,3%, στα 1.174,76 ευρώ από 1.214,72 ευρώ.Οι μερικώς απασχολούμενοι έχουν, πάντως, αυξηθεί κατά 301.022 άτομα σε σύγκριση με τον Οκτώβριο του 2009 (+78,12%) ενώ οι πλήρως απασχολούμενοι έχουν μειωθεί κατά 186.600 άτομα (-11,8%) και οι αποδοχές τους κατά 28,73% και κατά 16,12%, αντίστοιχα.

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2016

...NΕΑ ΕΚΡΗΞΗ ΒΟΜΒΑΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΜΕ 2 ΝΕΚΡΟΥΣ ΜΕΧΡΙ ΣΤΙΓΜΗΣ ΚΑΙ 20 ΤΡΑΥΜΑΤΙΕΣ! ΣΕ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Ο ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ ΕΡΝΤΟΓΑΝ!!! (ΒΙΝΤΕΟ – ΦΩΤΟ)

tourkia
TR1
TR2
Βομβιστική επίθεση σημειώθηκε σε αστυνομικό τμήμα στην επαρχία Μάρντιν της νοτιοανατολικής Τουρκίας και είναι πολλοί οι τραυματίες, σύμφωνα με το τηλεοπτικό δίκτυο NTV και πηγές των υπηρεσιών ασφαλείας.
TB2_499_355
Μία μόλις ημέρα πριν, επίθεση με παγιδευμένο αυτοκίνητο και στόχο την αστυνομία, σε ιστορική συνοικία της Κωνσταντινούπολης, στοίχισε τη ζωή σε έντεκα ανθρώπους, εκ των οποίων επτά αστυνομικοί.
«Επτά αστυνομικοί και τέσσερις πολίτες έχασαν τη ζωή τους σε επίθεση με παγιδευμένο όχημα που είχε στόχο αστυνομικούς των ειδικών μονάδων για την καταστολή των ταραχών», δήλωσε ο κυβερνήτης της Κωνσταντινούπολης Βασίπ Σαχίν μιλώντας σε δημοσιογράφους στον τόπο της επίθεσης, για την οποία ουδείς έχει αναλάβει μέχρι στιγμής την ευθύνη.


tourkia
http://www.makeleio.gr/?p=636832

Δευτέρα 6 Ιουνίου 2016

...CLAUDIA ROTH: ΟΠΩΣ ΣΑΣ ΕΠΙΒΑΛΛΑΜΕ ΤΟ ΕΥΡΩ ΕΤΣΙ ΘΑ ΕΠΙΒΑΛΛΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΟ ΙΣΛΑΜ! (βίντεο)


Τα πράγματα αρχίζουν πλέον και ξεκαθαρίζουν για όλους μας σε αυτό που λέγεται ακόμα Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η γνωστή Γερμανίδα βουλευτίνα, Claudia Roth, το ομολόγει πλέον ξεκάθαρα πως ο σκοπός της ευρωπαϊκής ελίτ είναι να επιβάλλει το Ισλάμ προς πολτοποίηση και διάλυση των ευρωπαϊκών κοινωνών.
Δεν είναι περίεργο γιατί τόσοι πολλοί Γερμανοί ηγέτες τάσσονται ανεπιφύλακτα στην μετάβαση της χώρας τους σε ένα ισλαμικό κράτος?




Η Claudia Roth υπηρετεί σήμερα ως Αντιπρόεδρος της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Βουλής (Πράσινο Κόμμα). Σε παλαιότερη συνέντευξή της, επαίνεσε την Τουρκία για τους ανθρώπους και τη φιλοξενία και αναφέρε ότι αισθάνεται την Τουρκία σαν δεύτερη πατρίδα της.
Σε πρωτοφανείς δηλώσεις της αναφέρθηκε στο τεράστιο θέμα των μουσουλμάνων λέγοντας, «Δεν χρειαζόμαστε πια τους Γερμανούς ψηφοφόρους στην πραγματικότητα σε λίγα χρόνια θα είναι μειοψηφία καθώς ούτως ή άλλως, η Τουρκία πρόκειται να αποστείλει εκατοντάδες χιλιάδες μουσουλμάνους εισβολείς στη Γερμανία και την ΕΕ».
Το παρακάτω απόσπασμα από το βίντεο που ακολουθεί χρονολογείται (2008), αλλά δείχνει πόσο έχει διαμορφωθεί εδώ και καιρό το πολιτικό τοπίο της Γερμανίας που ηγείται της εκστρατείας αποευρωποίηση της Ευρώπης. Στο δεύτερο κλιπ στο βίντεο κάνει αναφορά για την χωρίς «κανένα όριο» παράνομη μεταναστευτική πολιτική και τις προσπάθειες να καλέσει την Τουρκία στην Ε.Ε. και να προωθήσει την πλήρη ελευθερία των θεωρήσεων για τους Τούρκους του κόμματός της.



Η Roth είναι γνωστή για το γεγονός ότι αγωνίστηκε στην αρχή της καριέρας της για την εκστρατεία : «Ποτέ ξανά η Γερμανία» και ότι υποστηρίζει αντιφασίστες και αριστερές ομάδες εξτρεμιστών. Η «Πράσινη Νεολαία» του γερμανικού Κόμματος των Πρασίνων έχει επαινέσει την πυρκαγιά-βομβαρδισμό τρομοκρατών στην Δρέσδη, (Bomber Harris, κάνει και πάλι!), την ούρηση ή κάψιμο γερμανικών σημαιών, απαιτώντας την κατάργηση της Γερμανίας ως έθνος και την προστασία ξένων βιαστών και δολοφόνων κατηγορώντας όσους αντιδρούν σαν… απάνθρωπους, (τι μας θυμίζει αυτό?)


Η Roth, συν-πρόεδρος του κόμματος των Πρασίνων, δήλωσε πρόσφατα σε τουρκική εφημερίδα ότι, «Αυτό που οι πρόγονοί μας απέτυχαν να κάνουν με τον πόλεμο, θα επιτευχθεί με τη νοημοσύνη μας».Καταλαβαίνετε τώρα τι σκοπό έχουν όλα αυτά που ζούμε τα τελευταία χρόνια και που μας οδηγούν ?
ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος


Πηγή:
nikosxeiladakis.gr

Κυριακή 5 Ιουνίου 2016

...Ακόμα τούτη η άνοιξη, ραγιάδες, ραγιάδες…


Σημείωση ΡΕΣΑΛΤΟ: Συμφωνούμε με το παρακάτω άρθρο. Μία μόνο ένσταση: Από την εποχή που ο πλανητικός ιμπεριαλισμός μετέτρεψε την Γιουγκοσλαβία σε στάχτες και καπνίζοντα ερείπια, αποκαλύφτηκε περίτρανα ο ρόλος πολλών, δήθεν «ακροαριστερών» οργανώσεων (ΔΕΑ κ.λπ): Ο ρόλος της πρακτορικής στήριξης του ιμπεριαλισμού και του ΝΑΤΟ εναντίον του «δικτάτορα» και «σφαγέα» Μιλόσεβιτς… Έκτοτε, σε όλα τα μεγάλα διεθνή ζητήματα αυτοί οι «αριστεροί», ήταν πάντα στο πλευρό του Ιμπεριαλισμού, όπως πολύ ορθά περιγράφει το άρθρο.
Πού βρίσκεται η ένσταση; Ότι ακόμα ο συγγραφέας του άρθρου τους αντιμετωπίζει σαν αριστερούς και όχι ως συνειδητά ιδεολογικά, συχνά μισθοδοτούμενα, τσιράκια του ιμπεριαλισμού…
 Θα επανέλθουμε με την αναδημοσίευση και κάποιων δικών μας κειμένων
******************************************************************
(μια απάντηση στα περί «ξανθού γένους» της Εργατικής Αριστεράς, εφημερίδας της ΔΕΑ – και όχι μόνο αυτής) Π. Παπ. για το avantgarde

Να κατεβεί ο Μόσκοβος να φέρει το σεφέρι, Μωριά και Ρούμελη
Με αφορμή την επίσκεψη Πούτιν στην Ελλάδα, το rproject αναδημοσίευσε ένα άρθρο από την Εργατική Αριστερά, εφημερίδα της ΔΕΑ, το οποίο προσπαθεί να απαντήσει στο επιχείρημα ότι «το ξανθό γένος είναι αντικειμενικά σύμμαχός μας«. Αντιλαμβανόμαστε ότι το κάθε άρθρο εκφράζει κατά βάση τις απόψεις του συντάκτη του (μολονότι το συγκεκριμένο είναι ανυπόγραφο), έχουμε όμως την αίσθηση ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση απηχεί τις γενικότερες απόψεις της ΔΕΑ και του rproject πάνω στο θέμα. Είναι πραγματικά απορίας άξιον σε ποιον απευθύνεται το άρθρο αυτό. Μήπως έχει ο Λαφαζάνης κόσμο που πιστεύει πως «το ξανθό γένος είναι αντικειμενικά σύμμαχός μας»; Ή μήπως νομίζουν ότι τους διαβάζουν και οι οπαδοί του λιακόπουλου και ότι θα τους πείσουν και αυτούς; Ας είναι. Το άρθρο αυτό περιέχει τόσες χοντράδες, οι οποίες μάλιστα φαίνεται να νομιμοποιούνται στη συνείδηση του ταξικού μας στρατοπέδου όλο και περισσότερο με κάθε μέρα που περνάει, που απαιτεί μια απάντηση. Η απάντηση δεν αφορά μόνο τη ΔΕΑ. Σχεδόν στο σύνολό της η ελληνική Αριστερά δε θεώρησε σκόπιμο να καταδικάσει τις κυρώσεις που έχει επιβάλει το ιμπεριαλιστικό της μπλοκ στη Ρωσία, ούτε τη ραγδαία στρατιωτικοποίηση της Ανατολικής Ευρώπης που επιχειρεί το ΝΑΤΟ στα πλαίσια της περικύκλωσης της χώρας αυτής – απειλώντας με τις συνεχείς προκλήσεις του να προκαλέσει πόλεμο μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων. Προφανώς γιατί τα θεωρεί όλα αυτά «ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις» στις οποίες το προλεταριάτο δεν πρέπει να ανακατεύεται. Με μια πρώτη ματιά, το άρθρο θα μπορούσε να ειδωθεί ως μια αυτοαναφορική προσπάθεια κάποιου να λύσει τις ιδεολογικές του εκκρεμότητες. Όταν έχεις στηρίξει, όπως έκανε η ΔΕΑ, το μαϊντάν και όταν στη συνέχεια έχεις αρνηθεί να υπερασπίσεις το Ντονμπάς ενάντια στα υποστηριζόμενα από το ΝΑΤΟ φασιστικά τάγματα εφόδου, είναι σίγουρο ότι τέτοιες εκκρεμότητες υπάρχουν. Το άρθρο αυτό θα έβγαζε πολύ γέλιο αν το Κίεβο δε βομβάρδιζε αυτή τη στιγμή που μιλάμε τα ταξικά μας αδέρφια στο Ντονμπάς ή αν το ΝΑΤΟ δεν κλιμάκωνε την προαναφερθείσα περικύκλωση της Ρωσίας. Αλλά ας πάρουμε μια βαθιά ανάσα και ας καταγράψουμε λίγα μόνο από τα (πολλά) χάιλάιτς του. Δικτάτορες παντού (ή γιατί η χρησιμοποίηση των εργαλείων του εχθρού βλάπτει σοβαρά το ταξικό μας στρατόπεδο) Στη συνέχεια το άρθρο χαρακτήριζε το ρωσικό πολιτικό καθεστώς ως «μια δικτατορία». Αρκετές ώρες μετά τη δημοσίευση του άρθρου και αφού τους ζητήσαμε στα σόσιαλ μίντια να μας εξηγήσουν από πού προκύπτει αυτός ο χαρακτηρισμός, οι σύντροφοι της ΔΕΑ τροποποίησαν το δημοσιευμένο άρθρο αντικαθιστώντας τη λέξη «δικτατορία» με τη φράση «αυταρχικό καθεστώς». Ε, αφού την αντικατέστησαν θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί πως επρόκειτο απλώς για μια ατυχή στιγμή. Ένα αθώο λαθάκι. Κι όμως, κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Η ΔΕΑ χρησιμοποιεί τον όρο «δικτατορία» και τα παράγωγά της κατά κόρον: δικτάτορας ο Καντάφι, δικτάτορας ο Άσσαντ, δικτάτορας ο Κιμ Γιονγκ Ουν, δικτάτορας και ο Πούτιν – α, όχι, εντάξει, αυτό το τελευταίο πήρανε πίσω προς το παρόν. Δε χρειάζεται να κοιτάξει κανείς πολύ βαθιά για να διακρίνει το μοτίβο. Αλλά, θα πει κάποιος, δεν είναι αλήθεια πως κάθε κράτος είναι μια δικτατορία;
Ακόμα και τα εργατικά κράτη δικτατορίες είναι. Έχοντας στα χέρια της το μονοπώλιο της νόμιμης βίας, η άρχουσα τάξη επιβάλει την εξουσία της πάνω στις άλλες. Έτσι, ένα αστικό κράτος όπως για παράδειγμα αυτό της Γαλλίας είναι μια δικτατορία της γαλλικής αστικής τάξης πάνω στο γαλλικό προλεταριάτο. Ή ένα αυριανό μεξικάνικο εργατικό κράτος θα είναι η δικτατορία της εργατικής τάξης του Μεξικό πάνω στη μεξικάνικη αστική τάξη. Αλλά η ΔΕΑ δε χρησιμοποιεί τον όρο «δικτατορία» με την έννοια αυτή. Δε χαρακτηρίζει ούτε τον Ομπάμα ούτε τον Ολλάντ δικτάτορες. Φυλάει αυτούς τούς χαρακτηρισμούς αποκλειστικά για τους εχθρούς της Αυτοκρατορίας και για τις χώρες στο στόχαστρο. Δικτάτορας μπορεί να είναι ο Άσσαντ ή ο Καντάφι ή ο Πούτιν, αλλά προσοχή – όχι ο Ολλάντ ή ο Ομπάμα. Ποτέ ο Ομπάμα! Αυτός είναι δημοκράτης. Όπως έγραφε άλλωστε παλιότερα ο Achcar σε άρθρο που αναδημοσιευόταν στο σάιτ της αδελφής οργάνωσης της ΔΕΑ στις ΗΠΑ, «οι ΗΠΑ μάλλον φαίνονται πιο προοδευτικές από τη Ρωσία». Η χρήση του όρου «δικτατορία» για την περιγραφή των εχθρών της Αυτοκρατορίας αποτελεί μια συνειδητή επιλογή που έχει συγκεκριμένες ρίζες και συγκεκριμένες πολιτικές προεκτάσεις. Η διάκριση των πολιτικών καθεστώτων σε δικτατορίες και φιλελεύθερες δημοκρατίες αποτελεί καρπό τής – σφοδρά αντικομμουνιστικής – ιμπεριαλιστικής διανόησης του Ψυχρού Πολέμου. Σύμφωνα με αυτό το σχήμα, «δικτατορικά» χαρακτηρίζονταν τα πολιτικά καθεστώτα των χωρών που ήταν έξω από το μαντρί ή προσέγγιζαν την ΕΣΣΔ, ενώ ως «φιλελεύθερες δημοκρατίες» χαρακτηρίζονταν τα πολιτικά καθεστώτα που βρίσκονταν στη σφαίρα επιρροής της Αυτοκρατορίας. Η ευκολία με την οποία η ΔΕΑ (και όχι μόνο αυτή, το φαινόμενο είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο) υιοθετεί τα εργαλεία του εχθρού είναι εντυπωσιακή. Καλό είναι οι σύντροφοι που το κάνουν αυτό να προβληματιστούν, καθώς τα εργαλεία αυτά έχουν παραχθεί από μια συγκεκριμένη ιδεολογία. Την υιοθετούν και αυτήν;
Η δε πολιτική προέκταση της επιλογής αυτής είναι προφανής: αν ποτέ οι ιμπεριαλιστές επιτεθούν στις «δικτατορίες» (ή αν τους επιβάλουν κυρώσεις) εμείς σφυράμε αδιάφορα. Δεν είμαστε με κανέναν. Αν κανείς υπερασπίσει τις χώρες αυτές ενάντια στον ιμπεριαλισμό τον καταγγέλλουμε ότι «στηρίζει το δικτάτορα» ή τον «νουθετούμε» συντροφικά να «μην έχει αυταπάτες» για τον προοδευτισμό του καθεστώτος. Κλείνουμε το μάτι στην αστική μας τάξη, δίνοντάς της τα σχετικά διαπιστευτήρια ότι όχι μόνο δε θα σηκώσουμε κάνα κίνημα ενάντια στην επέμβαση, αλλά δε θα αντιταχθούμε καν στην πολεμική της προπαγάνδα. Και μάλιστα όχι απλώς θα της επιτρέψουμε να δαιμονοποιεί τον εχθρό της χωρίς αντίσταση, αλλά θα συμμετέχουμε κι εμείς στην ορχήστρα κράζοντας για «δικτάτορες». Όταν η αστική μας τάξη θα βομβαρδίζει το «δικτάτορα» ή θα παρέχει όπλα στη φιλοϊμπεριαλιστική αντιπολίτευση, εμείς θα λέμε για το πόσο αυταρχικός και κακός είναι ο «δικτάτορας». Είναι πραγματικά μια πάρα πολύ βολική στάση αν είσαι αριστερός στις χώρες της Αυτοκρατορίας. Τα έχεις καλά και με την αστική σου τάξη και μπορείς να διαιωνίζεις τη μίζερη ύπαρξή σου χωρίς κίνδυνο. Παίρνεις και καμιά θεσούλα σε κάνα πανεπιστήμιο αν είσαι και διαβαστερός. Νουθεσίες του γλυκού νερού και ταχυδακτυλουργική εξαφάνιση του παράγοντα «ιμπεριαλισμός» Στη συνέχεια ο αρθρογράφος ανοίγει μια μεγάλη παρένθεση για να μας πει για τον Ντούγκιν, τον εθνομπολσεβικισμό και το εγχώριο παππαδαριό για να καταλήξει νουθετώντας «κάποια τμήματα της Αριστεράς που ξεκινούν από αυθεντική αντιφασιστική διάθεση […] να είναι διπλά προσεκτικά όταν αναζητούν «στηρίγματα» στη Ρωσία κατά τη μάχη ενάντια στον διεθνή φασισμό (π.χ. στην Ουκρανία)», γιατί «[σ]τη Ρωσία του Πούτιν οι δυνάμεις του φασισμού είναι πλέον σε ισχυρές θέσεις». (Σας θυμόμαστε και παλιότερα που προσπαθούσατε να μας πείσετε ότι οι φασίστες είναι όλοι μαζεμένοι στις ΛΔ του Ντονμπάς και όχι στη δυτική Ουκρανία – αλλά σε αυτό θα επανέλθουμε παρακάτω.) Συνεχίζει τη νουθεσία προειδοποιώντας ενάντια στις «αυταπάτες για κάποιον δήθεν ποιοτικά διαφορετικό ρόλο της σημερινής Ρωσίας από τις άλλες ιμπεριαλιστικές Μεγάλες Δυνάμεις». Η προσπάθεια τσουβαλιάσματος είναι διπλή. Από τη μία, ο αρθρογράφος προσπαθεί άτσαλα να τσουβαλιάσει τη Ρωσία με τις ιμπεριαλιστικές χώρες επικαλούμενος τον αυταρχισμό και τις αξίες του πολιτικού της καθεστώτος – χωρίς να τολμάει να υποστηρίξει πως η χώρα αυτή είναι ιμπεριαλιστική βασισμένος σε κάποια σχετική ανάλυση. Όχι, το κριτήριό του είναι η προοδευτικότητα του πολιτικού της καθεστώτος! Απίστευτο. Μήπως σύντροφοι προτείνετε να πάψουμε να υπερασπίζουμε και την Παλαιστίνη επειδή η Χαμάς είναι ισλαμική οργάνωση; Το σιωνιστικό κράτος είναι πιο «δημοκρατικό». Κάνει και gay pride, ενώ η παλαιστινιακή κυβέρνηση δεν επιτρέπει τέτοια πράγματα. Άσε που η Χαμάς καταπιέζει και τις γυναίκες. Μήπως πρέπει τελικά βάσει των κριτηρίων σας να παρατήσουμε και την Παλαιστίνη στη μοίρα της; Ή μήπως πρέπει να αρχίσουμε να υποστηρίζουμε το σιωνιστικό κράτος;
Ο Τρότσκι επί του θέματος
Μιας και η ΔΕΑ αναφέρεται στον Τρότσκι και επειδή δε θεωρούμε ότι ο κόσμος της είναι παπαγαλάκι του ιμπεριαλισμού, ας θυμίσουμε στους συντρόφους πόσο ξένη ήταν για τον Τρότσκι η παραπάνω λογική. Ο Τρότσκι είχε «υποστηρίξει» κατά καιρούς πολλούς ‘δικτάτορες’ – για την ακρίβεια είχε υποστηρίξει την ήττα του ιμπεριαλισμού που επιτίθονταν στις χώρες που κυβερνούσαν οι ‘δικτάτορες’ αυτοί ως το μοναδικό δρόμο από τον οποίο περνάει η κοινωνική απελευθέρωση, τόσο στις χώρες αυτές όσο και στις ιμπεριαλιστικές χώρες. Στο υποθετικό σενάριο που η «δημοκρατική» Βρετανία επιτιθόταν στη «δικτατορική» Βραζιλία του Βάργκας, ο Τρότσκι δήλωνε πως υποστηρίζει τη Βραζιλία [1]. Στη διαμάχη της ιμπεριαλιστικής Ιαπωνίας με την Κίνα του Τσιανγκ Κάι Σεκ (εκτελεστή των Κινέζων εργατών και αγροτών, σύμφωνα με τον Τρότσκι) είχε υπερασπίσει χωρίς καμία συζήτηση την Κίνα [2], και το ίδιο είχε κάνει και όταν η Ιταλία επιτίθονταν στη «δικτατορική» Αιθιοπία [3]. Τις τοποθετήσεις του αυτές τις συνόδευε με ανελέητη κοροϊδία σε αυτούς που έψαχναν να βρουν τρίτα στρατόπεδα και αντιτάσσονταν με τον ίδιο τρόπο σε όλους τούς αντιμαχόμενους. Παρακαλούμε ενημερώστε για τα παραπάνω και τα διάφορα στελέχη σας που βγαίνουν δημόσια και υποστηρίζουν πως «στην εποχή του ιμπεριαλισμού δεν υπάρχει δίκαιος πόλεμος που να διεξάγεται από αστική τάξη».
Ιδεολογική σκοτοδίνη και ουκρανικό
 Το δεύτερο τσουβάλιασμα είναι ακόμα πιο φτηνό. Ντούγκιν, ορθόδοξο τόξο, λιακόπουλοι και Αριστερά. Όλα μαζί. Είναι ξεκάθαρο σε ποιον απευθύνεται αυτή η κουτοπόνηρη προσπάθεια τσουβαλιάσματος: στα «τμήματα της Αριστεράς που ξεκινούν από αυθεντική αντιφασιστική διάθεση» και «αναζητούν «στηρίγματα» στη Ρωσία κατά τη μάχη ενάντια στον διεθνή φασισμό (π.χ. στην Ουκρανία)», δηλαδή στην Αριστερά που υπερασπίζει το Ντονμπάς και στην Καμπάνια Αλληλεγγύης στην Αντιφασιστική Αντίσταση σε Ντονμπάς / Ουκρανία. Αφού όμως οι σύντροφοι θέλουν να πάνε την κουβέντα στο ουκρανικό, δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να ακολουθήσουμε.
Αν μη τι άλλο, οφείλουμε κατ’ αρχάς να αναγνωρίσουμε το θάρρος τους. Γιατί πράγματι απαιτείται κάμποσο θάρρος για να βγουν και όχι μόνο να μιλήσουν για την Ουκρανία μετά τις θέσεις που είχαν πάρει και τα αποτελέσματα που αυτές έφεραν, αλλά να ασκήσουν και κουτοπόνηρη «κριτική» σε όσους πήραν καθαρή κομμουνιστική, διεθνιστική θέση. Ας θυμηθούμε τι έλεγαν τόσο η ΔΕΑ όσο και τα διεθνή της αδέλφια το 2014. Η αδελφή της οργάνωση στις ΗΠΑ: Α) έβλεπε στο κίνημα Μαϊντάν μια γνήσια λαϊκή εξέγερση ενάντια σε ένα διεφθαρμένο ολιγάρχη, στην ανατροπή μάλιστα του οποίου είδε με νοσταλγία «σκηνές που θυμίζουν περασμένες επαναστάσεις».
Β) έβλεπε την αντικαπιταλιστική αριστερά στην Ουκρανία στο πρόσωπο του απατεώνα στην καλύτερη, πράκτορα στη χειρότερη Ζακχάρ Ποπόβιτς [4] και στην οργάνωσή του, Αριστερή Αντιπολίτευση.
Γ) Καλούσε την Αριστερά της Ουκρανίας (μερικές εκατοντάδες άτομα, σύμφωνα με δικά της γραπτά) να συμμετάσχει στο κίνημα μαϊντάν και «να οικοδομήσει έναν αριστερό πόλο στο εσωτερικό του», έναν «Αριστερό Τομέα» σύμφωνα με τα λεγόμενα τού – επίσης απατεώνα – Ίλια Μπουντράιτσκις. Καλούσε δηλαδή σε ενιαίο μέτωπο με τους ναζί ενάντια στον Γιαννουκόβιτς.
Δ) Κατήγγειλε το «ρώσικο ιμπεριαλισμό» που «άρπαξε» την Κριμαία, δηλώνοντας πως αυτή η πράξη «πρέπει να καταδικαστεί απροϋπόθετα από όλους τους επαναστάτες που λένε ότι είναι αντιιμπεριαλιστές» (αυτό μας το μετέφρασε και στα ελληνικά το rproject, μην τυχόν και χάσουμε τόση σοφία).
Αλλά ας δούμε τι έλεγε και η αδελφή οργάνωση στην Ελλάδα. Βεβαίως και αυτή είχε υποστηρίξει το μαϊντάν, είχε αρνηθεί να δει το φασιστικό πραξικόπημα και είχε νουθετήσει τα «ευρωπαϊκά κινήματα» να μην «επικεντρωθούν στα σχέδια των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων», γιατί «θα χάσουν τη συνολική εικόνα». Είχε χαρακτηρίσει ως «κύριο πρόβλημα που κατατρύχει την ελληνική Αριστερά» την «ενστικτώδη συμπάθεια προς τη ρωσική πλευρά», η οποία μάλιστα «δεν είναι απλώς καπιταλιστική αλλά ένας από τους μεγαλύτερους ιμπεριαλισμούς του πλανήτη».
Ας θυμηθούμε ένα άρθρο τους με τίτλο «παρέμβαση στη συζήτηση μεταξύ εφημερίδων της Αριστεράς», στο οποίο ο αρθρογράφος αναρωτιόταν αν ο πόλεμος που διεξάγεται στο Ντονμπάς είναι αντιφασιστικός. Το άρθρο ξεκινούσε με ιδιαίτερα ελπιδοφόρο τρόπο. «[…] δεν κρατάμε επ’ ουδενί ίσες αποστάσεις μεταξύ των αντιμαχομένων. Εκείνο που μας ενδιαφέρει –και που επιτάσσουν οι αρχές του διεθνισμού και της πρωτοκαθεδρίας των συμφερόντων της εργατικής τάξης– είναι η ήττα της «δικής μας» πλευράς, του δυτικού ιμπεριαλισμού, δηλαδή της ΕΕ και των ΗΠΑ. Θέλουμε συνεπώς και την ήττα της ακροδεξιάς κυβέρνησης του Κιέβου που εφαρμόζει μια ανθρωποκτόνα πολιτική λιτότητας (σε συνεργασία με το ΔΝΤ) σε βάρος του ίδιου του λαού της. Στο πλαίσιο αυτό καταγγέλλουμε και την πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης, τις δράσεις και τις δηλώσεις του Βενιζέλου υπέρ του Κιέβου.»
Επρόκειτο για κούφια λόγια, τα οποία η συνέχεια του άρθρου ερχόταν να αναιρέσει πλήρως. Το άρθρο υποτιμούσε την εθνική καταπίεση που υφίστατο ο λαός του Ντονμπάς γράφοντας τα παρακάτω:
«Οι οπαδοί της θεωρίας του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα πρέπει να φέρουν στοιχεία για την καταπίεση των ρωσόφωνων και όχι βέβαια τις απειλές του Κιέβου για μελλοντική καταπίεσή τους. Αν υπήρχε τέτοια καταπίεση, όπως και σε όλες τις άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις, θα είχε από καιρό αναπτυχθεί ένα εθνικό κίνημα με οργανώσεις, τάσεις κ.λπ.»
Μόνο κλαυσίγελο μπορεί να προκαλέσει το γεγονός ότι ο ίδιος αρθρογράφος έξι μήνες πριν είχε αναγνωρίσει ότι ο ρωσικός πληθυσμός δεχόταν καταπίεση: «Όμως, υπάρχει και μια άλλη σημαντική διαφορά με την περίπτωση της Κριμαίας. Τότε, η καταπίεση του ρωσικού πληθυσμού ήταν μόνον σε επίπεδο εξαγγελιών από το Κίεβο. Τώρα, στην περίπτωση των Ντονέτσκ-Λουγκάνσκ, έχουν προηγηθεί δύο περιπτώσεις μαζικής δολοφονίας μελών της ρωσικής μειονότητας: Η πρώτη στην Οδησσό με πάνω από 42 νεκρούς και πολλούς αγνοούμενους και η δεύτερη στη Μαριούπολη επίσης με δεκάδες νεκρούς. Αυτά τα δύο γεγονότα ήταν καθοριστικά στο να αλλάξουν οι διαθέσεις των ανθρώπων.« Στη συνέχεια, ο αρθρογράφος μας περιγελούσε το φασιστικό κίνδυνο στην Ουκρανία υποστηρίζοντας πως αυτός μετριέται με τα εκλογικά ποσοστά: «Πρόκειται για πολιτική γραμμή, η οποία προκειμένου να επιβεβαιωθεί βλέπει «θρίαμβο» των φασιστικών δυνάμεων στις πρόσφατες ουκρανικές εκλογές, τη στιγμή που στην πραγματικότητα τα δύο φασιστικά κόμματα, το Σβόμποντα και ο Δεξιός Τομέας, δεν μπήκαν καν στη Βουλή.»
Το ότι η ΔΕΑ και η αδελφή της οργάνωση επέλεγαν να μη βλέπουν τους φασίστες δεν είναι καθόλου πρωτότυπο. Το έκαναν κατά κόρον όταν χειροκροτούσαν το μαϊντάν και καλούσαν τους αριστερούς της Ουκρανίας να πάνε να συμμετέχουν σε αυτό. Συνέχιζαν να εθελοτυφλούν για την ολοένα και μεγαλύτερη διείσδυση φασιστών στον κρατικό μηχανισμό και στην ουκρανική βουλή, την οποία η Καμπάνια είχε καταγράψει αναλυτικά σε σειρά άρθρων [5, 6]. Τι να πει κανείς. Φαίνεται πως όλοι αυτοί οι φασίστες θα συμπεριλαμβάνονταν στις «φιλειρηνικές δυνάμεις», αφού όπως μας πληροφορούσε το rproject «οι φιλοπόλεμες δυνάμεις υπέστησαν βαριά ήττα» – την ίδια στιγμή που προσπαθούσε να μας πείσει ότι οι φασίστες είναι μαζεμένοι στις Λαϊκές Δημοκρατίες. Τα ίδια και στη Λιβύη [7] «Ναι στην επανάσταση, όχι στην επέμβαση». Αυτό ήταν το σλόγκαν της ISO, που στήριζε τους Λίβυους αντικαθεστωτικούς «επαναστάτες» – που απαιτούσαν από το ΝΑΤΟ να επέμβει υπέρ τους και εναντίον της λιβυκής κυβέρνησης. Στις ΗΠΑ διαδήλωνε με το κομμάτι της λιβυκής κοινότητας που στήριζε τη νατοϊκή επέμβαση και οργάνωσε μάλιστα αντισυγκεντρώσεις σε διαδηλώσεις που αντιτίθονταν σε αυτήν. Η ISO είδε κι εκεί μια αυθόρμητη λαϊκή εξέγερση. Οι «αντάρτες», μας έλεγε, ήταν και αντιιμπεριαλιστές, αφού ο δυτικός ιμπεριαλισμός «ήθελε τον Καντάφι στην εξουσία». Το γεγονός ότι οι «αντάρτες» ζητούσαν τη νατοϊκή επέμβαση δε σήμαινε και πολλά για τους αριστερούς μας. Σε άρθρο τους με τίτλο «Ο φόβος της Δύσης για την πτώση του Καντάφι» έγραφαν πως οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου «δε θέλουν καθόλου μα καθόλου να πέσει ο Καντάφι». Τις επόμενες μέρες, οι κυβερνήσεις αυτές έκαναν καθαρές πράξεις πολέμου ενάντια στη Λιβύη, παρατάσσοντας πολεμικά πλοία στις ακτές της και συζητώντας για την επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων. Η ISO συνέχισε να κατευθύνει τα βέλη της όχι προς τον ιμπεριαλισμό της χώρας της που ετοιμαζόταν να επιτεθεί στρατιωτικά, αλλά προς τις αριστερές δυνάμεις στις ΗΠΑ που αντιτίθονταν στην επέμβαση, γιατί «δεν καταδίκαζαν τη βάρβαρη επίθεση που έκανε η λιβυκή κυβέρνηση στο λαό που απαιτούσε δημοκρατία». Παρόμοια στάση τήρησε και η ΔΕΑ. Μερικές βδομάδες αργότερα, στις 19 Μάρτη, ξεκινάει η εκστρατεία του ΝΑΤΟ. Το μπαράζ φονικών βομβαρδισμών σώζει τους αντικαθεστωτικούς από βέβαιη ήττα. Η ISO δε δίνει σημασία στις λιβυκές μάζες που αντιτάσσονται στην ιμπεριαλιστική εισβολή – της χαλάνε το βολικό παραμυθάκι για το λαό που επαναστατεί ενάντια στον κακό δικτάτορα. Έξι μήνες αργότερα το καθεστώς του Καντάφι ανατρέπεται και η Λιβύη βυθίζεται στο χάος. 900 άνθρωποι πνίγηκαν αυτή τη βδομάδα στη Μεσόγειο προσπαθώντας να ξεφύγουν από την κατάσταση αυτοί, ενώ οι ιμπεριαλιστές επικαλούνται το χάος αυτό για να προετοιμάσουν νέα επέμβαση μεγάλης κλίμακας στη Λιβύη, με ειδικές δυνάμεις από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία να βρίσκονται ήδη στο έδαφός της.
Η στάση της ΔΕΑ και των διεθνών της επαφών είναι αν μη τι άλλο συνεπής: πάντα καταφέρνει να βρει τη θέση της στο πλευρό του ιμπεριαλιστικού της μπλοκ. Βάφει με αριστερό και επαναστατικό λούστρο τις έμμεσες επεμβάσεις του, αλλά αντιτάσσεται συνήθως σε διακηρυκτικό επίπεδο στις άμεσες – κάπως πρέπει να τηρηθούν και τα προσχήματα. Βεβαίως μπορεί να μην υποστηρίζει την άμεση ιμπεριαλιστική επέμβαση, αλλά δεν έχει κανένα πρόβλημα να υποστηρίξει τους διάφορους αντικαθεστωτικούς που τη ζητούν. Τέλος, επιτίθεται ή «νουθετεί» όσους αντιτίθενται στη δράση του ιμπεριαλιστικού τους μπλοκ, προσπαθώντας να τους αδρανοποιήσει. Από το 1914 και μετά, η σύμπλευση με την αστική τάξη – που φαίνεται με τον πιο κρυστάλλινο τρόπο στην εξωτερική πολιτική – είναι το βασικό χαρακτηριστικό της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής. Όσοι ενδιαφέρονται για την επανάσταση καλά θα κάνουν να το αντιληφθούν αυτό.
Σημειώσεις
[1] Τρότσκι, Anti-Imperialist Struggle Is Key to Liberation, 1938
[2] Τρότσκι, On the Sino-Japanese War, 1937
 [3] Τρότσκι, On Dictators and the Heights Of Oslo, 1936
[4] Το μαϊντάν και μια ουκρανική ιστορία διαρκούς απάτης…
[5] Ναζιστής ο νέος διοικητής της αστυνομίας στο Κίεβο
[6] Οι ουκρανικές εκλογές και η κρίση της ευρωπαϊκής Αριστεράς
[7] avantgarde2009.wordpress.com/tag/Λιβύη

https://avantgarde2009.wordpress.com/2016/05/31/akoma_touth_h_anoiksh_ragiades/ ώρα ανάρτησης: 9:10 π.μ.
ΠΗΓΗ:

Σάββατο 4 Ιουνίου 2016

......ΟΥΓΓΑΡΙΑ: Αυξάνουν οι Γερμανοί που μεταναστεύουν στην Ουγγαρία, την οποία θεωρούν ασφαλή χώρα και το τελευταίο προπύργιο της χριστιανικής Δύσης (video)


Το βίντεο που ακολουθεί από γερμανικό τηλεοπτικό κανάλι περιγράφει μια αυξανόμενη τάση: Γερμανοί μεταναστεύουν στην Ουγγαρία για να ξεφύγουν από τους "πρόσφυγες". Τα ακίνητα είναι φθηνά, η αστυνομία τηρεί την τάξη, και - το κυριότερο από όλα - δεν υπάρχουν παντού λαθρομετανάστες. Ο δεύτερος από τους δύο άνδρες που ερωτήθηκαν δεν έχει ακόμη συνταξιοδοτηθεί, αλλά σχεδιάζει να φύγει νωρίς ώστε να μπορεί να μετακομίσει στην Ουγγαρία. Είναι ειδικευμένος επαγγελματίας, το είδος του πολίτη που η Γερμανία έχει ελάχιστα περιθώρια να χάσει, και οι οποίοι δεν μπορούν εύκολα να αντικατασταθούν με Αφγανούς ή Σομαλούς. Οι Γερμανοί θα συντηρούνται στην Ουγγαρία, πιθανώς με τις συντάξεις τους ή με άλλους πόρους από την πρώην πατρίδα τους. Θα επιδιώξουν άραγε οι γερμανικές αρχές να τους επιτεθούν φορολογώντας τα περιουσιακά τους στοιχεία; Ή ακυρώνοντας τις συντάξεις τους; Άλλωστε, κάποιος πρέπει να εργαστεί για να πληρώνει τους φόρους και να υποστηρίζει τους «Νέους Γερμανούς». Όσο πιο λίγοι Χανς και Φριτς υπάρχουν στη Γερμανία, τόσο μικρότερη θα είναι η φορολογική βάση.
Δείτε το βίντεο:

Στην εκπομπή αναφέρεται ότι φαίνεται παράλογο, αλλά η φυγή Γερμανών προς την Ουγγαρία είναι πραγματικότητα. Υπάρχουν, λέει ο Γερμανός δημοσιογράφος, Ούγγροι που θεωρούν «σκληρό» τον πρωθυπουργό Viktor Orbán και από τότε που ήρθε στην εξουσία το 2010, πολλοί εγκατέλειψαν τη χώρα τους, για οικονομικούς λόγους ή και διαμαρτυρόμενοι ενάντια στην «συντηρητική» κυβέρνηση. Και όμως, κατά ειρωνικό τρόπο, είναι ακριβώς αυτού του είδους η κυβέρνηση που προσελκύει όλο και περισσότερους Γερμανούς. Βλέπουμε το ζευγάρι Kirsch που αποφάσισε να αγοράσει ένα μικρό σπίτι σε ένα χωριό. Και δηλώνουν ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να θελήσουν να πάνε πίσω στη Γερμανία. «Φοβόμαστε τώρα, στη Γερμανία», λέι η γυναίκα. «Τι φοβάστε;» την ρωτάει η δημοσιογράφος. "Είναι όλο νέοι άνδρες, αυτοί που έρχονται τώρα! Δεν θα νιώθαμε έτσι αν έρχονταν οικογένειες με παιδιά, αλλά έρχονται τόσοι πολλοί νέοι άνδρες και ελάχιστες οικογένειες με παιδιά". Υπάρχουν φίλοι τους στη Γερμανία που και αυτοί θέλουν να φύγουν, αλλά δεν είναι όλοι τους σε θέση να εξοικονομήσουν αρκετά χρήματα. Υπάρχουν μόνο τόσο λίγοι μουσουλμάνοι στην Ουγγαρία, λένε, και εδώ πιστεύουν ότι είναι ασφαλείς. Επίσης ο πληθυσμός της Ουγγαρίας είναι κυρίως χριστιανικός. Πολλά κτίρια είναι άδεια, τα σπίτια πωλούνται σε χαμηλές τιμές από τους μεσίτες και οι περισσότεροι πελάτες είναι γερμανόφωνοι, οι οποίοι έρχονται λόγω των φθηνών ακινήτων, λέει ο μεσίτης Ottmar Heide. Η Ουγγαρία ήταν τουριστικός προορισμός για τους Γερμανούς, αλλά από το Σεπτέμβριο έρχονται κατά κύριο λόγο για έναν άλλο λόγο. Λόγω των προσφύγων. Έγιναν οκτώ έρευνες, και όλες έδειξαν ότι θέλουν να εγκαταλείψουν τη Γερμανία για τον λόγο αυτό. Στο Facebook υπάρχουν τακτικές ζωηρές συζητήσεις για την μετανάστευση στην Ουγγαρία. Τα μεσιτικά γραφεία γύρω από τη λίμνη Μπάλατον επιβεβαιώνουν την τάση αυτή. Ο Michael Müller, και αυτός, θέλει να εγκαταλείψει τη Γερμανία για πάντα. Θα ήθελε μια παλιά αυθεντική ουγγρική αγροικία. Τους τελευταίους μήνες υποστήριξε το κόμμα AFD, αλλά αυτό δεν του είναι αρκετό πια. Θέλει να παραιτηθεί από τη δουλειά του ως επιστήμονας υπολογιστών, ώστε να μπορέσει να μεταναστεύσει στην Ουγγαρία νωρίτερα. «Στην πατρίδα μου, όταν πάω μέσα από το κέντρο της πόλης το μεσημέρι», λέει, «μόλις και μετά βίας θα ακούσω κάποια φράση στα σωστά γερμανικά. Ακόμη και σε μικρές πόλεις σήμερα έχουν διεισδύσει αλλοδαποί». Ο Michael Müller μιλάει για την πατρίδα του, τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, όπου, κατά την γνώμη του, η «ενσωμάτωση» έχει αποτύχει. «Βρίσκω απόλυτα θετικό στοιχείο το γεγονός ότι υπάρχουν τόσο λίγοι πρόσφυγες εδώ», λέει. «Το κύμα προσφύγων που πέρασε μέσα από την Ουγγαρία, δεν είχε κανένα πραγματικό λόγο έκτακτης ανάγκης, θέλω να πω, δεν ήταν σαν να ξέσπασε μια πραγματική καταστροφή, ή οι άνθρωποι πέθαιναν από την πείνα. Το μόνο που ήθελαν ήταν να συνεχίσουν για την Γερμανία. Ο πρωθυπουργός Viktor Orbán χτίζει ένα φράχτη. «Οι μουσουλμάνοι δεν ανήκουν σε μας, τέρμα. Η Ουγγαρία είναι μια καθολική χώρα και δεν μπορούμε να ενωθούμε με το Ισλάμ», λέει η Εύα, που είναι Ουγγαρέζα, και ο σύντροφός της Αυστριακός. Ένα άλλο ζευγάρι, η Simone και ο Lothar, μόλις μετακόμισαν πριν από δύο μήνες στη λίμνη Balaton από τη Βόρεια της Έσσης. «Ήρθαμε, λόγω του κλίματος, της λίμνης και επειδή δεν υπάρχουν πρόσφυγες εδώ. Και επειδή η αστυνομία είναι παρούσα εδώ», λένε. Οι άνθρωποι αισθάνονται υπέροχα. «Η αστυνομία περνάει μέσα από την πόλη δύο με τρεις φορές τη νύχτα, είναι καταπληκτικό», λένε ενθουσιασμένοι. Η Simone εγκατέλειψε τη δουλειά της ως κομμώτρια και θυμάται πόσο φοβισμένη ήταν στη Γερμανία, "ήθελα να δουλέψ νύχτα, αλλά φοβόμουν με όλους αυτούς τους ξένους και όλα αυτά τα τεμένη που χτίζονται". Στην Βουδαπέστη, η Γερμανίδα δημοσιογράφος θεώρησε χρήσιμο να πάρει την γνώμη του πολιτικού επιστήμονα Péter Krekó, που συστήνεται ως εμπειρογνώμονας σε θέματα «δεξιού λαϊκισμού» στην Ευρώπη... Λέει ο επιστήμων: «Έμεινα πολύ έκπληκτος. Δεν ήξερα ότι υπάρχει κάτι τέτοιο. Ξέρω ότι υπάρχουν Σουηδοί που μεταναστεύουν...». Ο Krekó ανησυχεί ότι οι εύκολες εξηγήσεις από αυτούς τους «λαϊκιστές» θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν τους φόβους των «κανονικών» πολιτών και να καταστρέψουν τους κατεστημένους θεσμούς. Στην λίμνη Μπάλατον, για πολλούς Γερμανούς εδώ είναι το τελευταίο προπύργιο της χριστιανικής Δύσης. «Δεν είναι ότι είμαστε εναντίον όλων», λένε κάποιοι Γερμανοί. «Όχι, όχι, τους καλέσαμε σπίτι μας για καφέ, και δεν είμαστε ρατσιστές. Αλλά όλα αυτά εδώ και πολύ καιρό...».
ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ / πηγή

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

........Θέλω να τους δω να δικάζονται, σε τούτο δω το μέρος, σε τούτη την πλατεία.


Της Σμαράγδας Μιχαλιτσιάνου*

Ξεσηκωθείτε!! 

« Η πείνα είναι ντροπή όταν σφίξουμε τα χέρια οι λαοί αυτής της γης θα γενεί παράδεισός μας και αφεντάδες της εμείς.
Τώρα ήρθε η ώρα για τη μάχη και για τη ζωή! »  Κι αν ακούσω φωνές που λένε, ότι δεν ήρθε ακόμα η ώρα, θα ζητήσω τη βοήθεια του οραματιστή και φιλόσοφου Ζαν Πολ Σαρτρ, που βάζει σε τρεις αράδες τα πράγματα στη θέση τους:
« Κι αν χρειαζόταν να δώσουμε ένα όνομα σε αυτή την κατάσταση, προτείνω να ονομάσουμε τους εαυτούς μας οι απόντες…»
Όμως, σε σας Έλληνες δεν ταιριάζει αυτός ο τίτλος… Γιατί δεν είναι λόγω παραίτησης η απουσία σας αλλά από το βίαιο ψυχολογικό σοκ που υποστήκατε από μια κυβέρνηση, η οποία σας έδωσε τόσες ψεύτικες ελπίδες… Ξέρω, είσθε βυθισμένοι στην απελπισία. Και πώς να είναι αλλιώς, αφού υποθηκεύτηκε το παρόν και το μέλλον της ελληνικής οικονομίας σε βάρος των μελλοντικών γενεών.  Ο στόχος των δανειστών για μετατροπή της Χώρας μας σε μόνιμη «αποικία χρέους» επετεύχθη με το Υπερταμείο επενδύσεων–ιδιωτικοποιήσεων με τον τίτλο «Ελληνική Εταιρία Συμμετοχών και Περιουσίας και ήρθε και έδεσε με τον χωροφύλακα που λέγεται κόφτης, ο οποίος θα ενεργοποιείται, αν δεν θα επιτυγχάνεται ο στόχος με απόκλιση 0,25%, που θα δημιουργήσει αιματηρές καταστάσεις στην ελληνική κοινωνία.  Για να έρθει η Άννα Βαγενά, η οποία μας έκανε να κλάψουμε πριν χρόνια με ομιλία της από του βήματος της βουλής, όταν είχε καταγγείλει όλες τις αδικίες και είχε πάρει το μέρος των κατατρεγμένων, για να συγκρίνει την παραχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας στους τοκογλύφους της χώρας μέσω του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων με τα 400 χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς.  «Δεν μας τρομάζουν τα 99 χρόνια διάρκειας του ταμείου Αποκρατικοποιήσεων. Εδώ η Ελλάδα ήταν υπό Τουρκική σκλαβιά για 400 χρόνια και άντεξε. Έχουμε ως λαός μεγάλες αντοχές. Είμαστε ανίκανοι ως κράτος από μόνοι μας να διαχειριστούμε τη δημόσια περιουσία, αυτό έχει αποδειχτεί εδώ και δεκαετίες», είπε η κα. Βαγενά δίνοντας συνέντευξη στο ραδιοφωνικό σταθμό της Ζακύνθου stigma fm .

«Ε, εσείς στην κυβέρνηση τι πίνετε; »

Πάει γάντι το παραπάνω σχόλιο που έκανε ένας συμπολίτης στον αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Δημήτρη Παπαδημούλη.  Κι ενώ η ελληνική κοινωνική στενάζει κάτω από τη γερμανική μπότα ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ρίχνει λάδι στη φωτιά που άναψε το πολυνομοσχέδιο με μια ανάρτησή του στο Twitter.  «Επιτυχής αξιολόγηση, ελάφρυνση χρέους, ένεση ρευστότητας. Τα πιο δύσκολα, είναι ήδη πίσω μας. Τώρα στροφή στην ανάπτυξη και την καθημερινότητα» έγραψε και η ανάρτησή του αυτή έγινε αντικείμενο αρνητικών σχολίων.

Αναδημοσιεύουμε ενδεικτικά :

«Όταν λες πίσω μας, που ακριβώς εννοείς;;;»

«Παπαδημούλη πόσα παίρνεις το μήνα και μας πουλάς και ανάπτυξη Καραμήτρο;»

«Ας μου πει κανείς ένα και μόνο ένα μονοπάτι, μέσω του οποίου αναμένεται πρόοδος σ' αυτό τον έρμο τόπο, κι ας πεθάνω την ίδια ώρα!!!»

«Έχω δει κι αν έχω δει εμπαιγμούς, αλλά σ' αυτό το επίπεδο ποτέ μου.»

« Όπως επίσης έχω δει κι αν έχω δει εμπαιζόμενους ανθρώπους από άλλους, αλλά με τέτοια υπομονή και τέτοιο "σκύψιμο" ποτέ μου.»

Και σε αυτό το δρόμο με τα τόσα δύσκολα περάσματα, τα εμπόδια, τις κακοτοπιές, που καθιστούν τη ζωή μας κάθε άλλο παρά εύκολη, αιχμή του δόρατος αποτελεί η σημερινή δήλωση του υπουργού Οικονομικών:

«Κατανοώ τους φτωχούς πολίτες, αλλά η επιτυχία μας θα φανεί σε βάθος χρόνου|» είπε ο κ. Ευκλίδης Τσακαλώτος στην προσπάθειά του να πείσει τον κόσμο να βάλει πλάτη, ώστε να επιτύχει το πρόγραμμα.Τί μας λέει ο υπουργός; Εκείνος θα μπορούσε να ζήσει με 200 ευρώ το μήνα και να είναι συνεπής σε όλες του τις υποχρεώσεις. Αλλά μιλάει από θέση ισχύος.

Και μη μου πείτε, εσείς που κυβερνάτε, ότι παραβιάζουμε το σύνταγμα για να σώσουμε την πατρίδα.

Δεν το δεχόμαστε αυτό και ακολουθούμε αυτούς που τραγουδούσαν στην πλατεία :

Του προδότη που προχώρησε ως ετούτο το έγκλημα ζήτω την τιμωρία
εκείνου που ‘δωκε το σύνθημα του θάνατου ζητώ την τιμωρία
εκείνων που προστατέψανε αυτό το έγκλημα ζητώ την τιμωρία
δε θέλω να μου δίνουνε το χέρι, το μουλιασμένο από το δικό μας αίμα
δεν τους θέλω για πρεσβευτές, ούτε ήσυχους μέσα στα σπίτια τους
θέλω να τους δω να δικάζονται,
σε τούτο δω το μέρος, σε τούτη την πλατεία.


Οι στίχοι του Pablo Neruda, του «σπουδαιότερου ποιητή του 20ου αιώνα» σύμφωνα με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, και της Ελληνίδας Δανάης Στρατηγοπούλου ντύθηκαν μουσικά από τον Χρήστο Λεοντή και ερμηνεύει συγκλονιστικά ο Νίκος Ξυλούρης


Η ποίηση αυτή είναι ανάλογη της διάθεσής μας, που αρνούμαστε να βολευτούμε στην καταστροφή, που δεν θέλουμε να βλέπουμε ένα όραμα θαμπωμένο, και θα αγωνιστούμε να κόψουμε τις υπερωρίες της καταστροφής μας.

Το πολυνομοσχέδιο σίγουρα θα φέρει την ολοκληρωτική φτωχοποίηση του Ελληνικού Λαού.

H κοινωνική χύτρα βράζει και η έκρηξη θα είναι απρόβλεπτη και δεν θα μπορεί να μαζευτεί με τίποτα

«Τούτοι δω εφέρανε τουφέκια γεμάτα μπαρούτι
τούτοι δω διατάξανε τη στυγερή εξόντωση
τούτοι δω συναντήσανε το λαό να τραγουδάει ενωμένος» …


Κλαίει η πένα του Νερούντα και της Δανάης, όπως ο κλαίει ο λαός, που προσπαθεί να ξορκίσει το κακό, ψάχνοντας έναν ουρανό με αληθινά πουλιά και αστέρια τα βράδια, και χτίζοντας μια κοινωνία που τα χέρια των ανθρώπων δεν θα ναι φθαρμένα, ανήσυχα και ταραγμένα, αλλά χρήσιμα.

Ήρθε ο καιρός, ήρθε ο καιρός
πάνω στου κόσμου την πληγή
ήρθε ο καιρός, ήρθε ο καιρός
να ξαναχτίσετε την γη.


Γράφει ο ποιητής της Αμοργού Νίκος Γκάτσος, που «όλα τα ακριβά στοιχεία της ποίησής του τα ’κανε στίχους που κινητοποίησαν τη ναρκοθετημένη νεοελληνική ευαισθησία, “έτσι καθώς κοιμόταν αναίσθητη” μες στην απέραντη αισθηματολογία των στιχουργών και των επιθεωρησιογράφων» σύμφωνα με το Μάνο Χατζιδάκι.


*Η Σμαράγδα Μιχαλιτσιάνου είναι δημοσιογράφος

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016

.....ΔΥΣΚΟΛΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΓΙΑ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ....

Μέσα σε λίγα 24ωρα βουλευτές και υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ έχουν γίνει στόχοι της λαϊκής οργής, σε διάφορες εκδηλώσεις γεγονός που δημιουργεί προβληματισμό στην κυβέρνηση.
Πολίτες δεν διστάζουν να διακόψουν εκδηλώσεις εκφράζοντας την οργή τους για όσα έχουν ψηφιστεί και για όσα θα εφαρμοστούν. Την ίδια ώρα "βράζει" η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ με βουλευτές να μην διστάζουν όπως ο Ηλίας Καματερός να απειλούν ακόμα και να "ρίξουν" την κυβέρνηση αν περάσουν κάποια από τα μέτρα που έχουν αποφασιστεί.
Μέτρα, ωστόσο, που και οι ίδιοι ψήφισαν. Ακόμα και η "κυβερνητική" Αυγή, με σημερινό της πρωτοσέλιδο ζητεί από την κυβέρνηση να αποσύρει την διάταξη για τις off shore χαρακτηρίζοντάς την προκλητική για τον πολιτικό κόσμο.



Το Μαξίμου είναι ιδιαίτερα προβληματισμένο για την κατάσταση αυτή και ενδεχομένως και σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας στην Πολιτική Γραμματεία να κάνει αναφορά σε όλα αυτά ενόψει και του συνεδρίου. Το κλίμα είναι ιδιαίτερα φορτισμένο.Ο βουλευτής Δωδεκαννήσων Ηλίας Καματερός, μιλώντας και σήμερα το πρωί στον ΣΚΑΙ δήλωσε ότι δεν μπορεί να δεχτεί να συνεχιστεί η κατάσταση στο νησί τη Κω στον τομέα του τουρισμού. Χθες, είχε απειλήσει να "ρίξει" την κυβέρνηση."Ντου" και κατάληψη αντιεξουσιαστών σε κινηματογράφο όπου θα μιλούσε ο Σκουρλέτης Κατάληψη κινηματογράφου στον Βύρωνα έκαναν αντιεξουσιαστές. Στο χώρο ήταν προγραμματισμένο να μιλήσει ο υπουργός Ενέργειας, Πάνος Σκουρλέτης, με την εκδήλωση να ματαιώνεται και αστυνομικές δυνάμεις να σπεύδουν στο σημείο.Ξύλο σε συγκέντρωση με ομιλητή τον Νίκο Φίλη - Αποδοκίμασαν τον υπουργό...Στα χέρια κόντεψαν να έρθουν μέλη του ΣΥΡΙΖΑ με εκπαιδευτικούς στην Καλλιθέα, την ώρα που έφτασε ο υπουργός Παιδείας, Νίκος Φίλης προκειμένου να μιλήσει σε εκδήλωση.Στόχος και ο Θοδωρής Δρίτσας....Επίσης, την Δευτέρα (30/05/2016) τα αποκαλυπτήρια της τοιχογραφίας των Urbanact, που σηματοδοτούσαν και την έναρξη της ναυτικής εβδομάδας στο Βόλο έγιναν με συνθήματα κατά της κυβέρνησης και του υπουργού Ναυτιλίας, Θοδωρή Δρίτσα. Μέσα στο χώρο του λιμανιού είχαν συγκεντρωθεί μέλη της ΛΑΕ και του ΕΠΑΜ, τα οποία ανήρτησαν πανό και φώναζαν συνθήματα κατά του υπουργού. «Να φύγεις από εδώ», «ξεπουλημένε», «το λιμάνι δεν πουλιέται», «φάγαμε καπνογόνα για να σας βγάλουμε και είστε ό,τι χειρότερο έχουμε δει».

31Μαη2016